ξανανθίζω
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΡήμα
επεξεργασίαξανανθίζω
- ανθίζω πάλι
- η άνοιξη έρχεται, τα κλωνάρια ξανανθίζουν
Κλίση
επεξεργασία Ενεργητική φωνή
Εξακολουθητικοί χρόνοι | ||||||
---|---|---|---|---|---|---|
πρόσωπα | Ενεστώτας | Παρατατικός | Εξ. Μέλλ. | Υποτακτική | Προστακτική | Μετοχή |
α' ενικ. | ξανανθίζω | ξανάνθιζα | θα ξανανθίζω | να ξανανθίζω | ξανανθίζοντας | |
β' ενικ. | ξανανθίζεις | ξανάνθιζες | θα ξανανθίζεις | να ξανανθίζεις | ξανάνθιζε | |
γ' ενικ. | ξανανθίζει | ξανάνθιζε | θα ξανανθίζει | να ξανανθίζει | ||
α' πληθ. | ξανανθίζουμε | ξανανθίζαμε | θα ξανανθίζουμε | να ξανανθίζουμε | ||
β' πληθ. | ξανανθίζετε | ξανανθίζατε | θα ξανανθίζετε | να ξανανθίζετε | ξανανθίζετε | |
γ' πληθ. | ξανανθίζουν(ε) | ξανάνθιζαν ξανανθίζαν(ε) |
θα ξανανθίζουν(ε) | να ξανανθίζουν(ε) | ||
Συνοπτικοί χρόνοι | ||||||
πρόσωπα | Αόριστος | Συνοπτ. Μέλλ. | Υποτακτική | Προστακτική | Απαρέμφατο | |
α' ενικ. | ξανάνθισα | θα ξανανθίσω | να ξανανθίσω | ξανανθίσει | ||
β' ενικ. | ξανάνθισες | θα ξανανθίσεις | να ξανανθίσεις | ξανάνθισε | ||
γ' ενικ. | ξανάνθισε | θα ξανανθίσει | να ξανανθίσει | |||
α' πληθ. | ξανανθίσαμε | θα ξανανθίσουμε | να ξανανθίσουμε | |||
β' πληθ. | ξανανθίσατε | θα ξανανθίσετε | να ξανανθίσετε | ξανανθίστε | ||
γ' πληθ. | ξανάνθισαν ξανανθίσαν(ε) |
θα ξανανθίσουν(ε) | να ξανανθίσουν(ε) | |||
Συντελεσμένοι χρόνοι | ||||||
πρόσωπα | Παρακείμενος | Υπερσυντέλικος | Συντελ. Μέλλ. | Υποτακτική | Προστακτική | |
α' ενικ. | έχω ξανανθίσει | είχα ξανανθίσει | θα έχω ξανανθίσει | να έχω ξανανθίσει | ||
β' ενικ. | έχεις ξανανθίσει | είχες ξανανθίσει | θα έχεις ξανανθίσει | να έχεις ξανανθίσει | ||
γ' ενικ. | έχει ξανανθίσει | είχε ξανανθίσει | θα έχει ξανανθίσει | να έχει ξανανθίσει | ||
α' πληθ. | έχουμε ξανανθίσει | είχαμε ξανανθίσει | θα έχουμε ξανανθίσει | να έχουμε ξανανθίσει | ||
β' πληθ. | έχετε ξανανθίσει | είχατε ξανανθίσει | θα έχετε ξανανθίσει | να έχετε ξανανθίσει | ||
γ' πληθ. | έχουν ξανανθίσει | είχαν ξανανθίσει | θα έχουν ξανανθίσει | να έχουν ξανανθίσει |
|