ανα-
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία
Προφορά
επεξεργασία
- ΔΦΑ : /a.na/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : α‐να-
Ετυμολογία 1
επεξεργασία
- ανα- < (κληρονομημένο) αρχαία ελληνική ἀνα- < πρόθεση ἀνά[1]
Πρόθημα
επεξεργασία
Παράγωγα
επεξεργασία
Μεταφράσεις
επεξεργασία
Ετυμολογία 2
επεξεργασία
- ανα- < μορφή του στερητικού α- πριν από σύμφωνο
Πρόθημα
επεξεργασία
ανα- ή ανά-
- (στερητικό) άλλη μορφή του α-
Παράγωγα
επεξεργασίαΆλλες μορφές
επεξεργασία
Αναφορές
επεξεργασία
- ↑ "ανα-" - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας