Αυτό το λήμμα χρειάζεται επιμέλεια,
ώστε να ανταποκρίνεται σε υψηλότερες προδιαγραφές συντακτικής ποιότητας ή μορφοποίησης.
Δείτε επίσης: ἐγγραφή
 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η εγγραφή οι εγγραφές
      γενική της εγγραφής των εγγραφών
    αιτιατική την εγγραφή τις εγγραφές
     κλητική εγγραφή εγγραφές
Κατηγορία όπως «ψυχή» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

επεξεργασία
εγγραφή < (διαχρονικό δάνειο) αρχαία ελληνική ἐγγραφή[1] < ἐγγράφω.[2] Μορφολογικά αναλύεται σε εγ- + γραφή.

Ουσιαστικό

επεξεργασία

εγγραφή θηλυκό

  1. καταγραφή σε επιφάνεια από διάφορα υλικά, π.χ. μαγνητική ταινία, χαρτί [3]
  2. καταχώριση σε κατάλογο
  3. (Χρειάζεται περισσότερους ορισμούς)
  4. (λογιστική) ...
  5. (γεωμετρία) ...
  6. (πληροφορική) καταχώριση σε αρχείο
    1. (για CD, ROM, κλπ.) burn: το κάψιμο, η μόνιμη εγγραφή σε μνήμες, που είναι μίας χρήσης, όπως CD, DVD, ROM. Μεταφορικά, λέγεται και κάψιμο της μνήμης, διότι η μνήμη δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί για άλλη εγγραφή.
       συνώνυμα: κάψιμο
    2. (βάσεις δεδομένων), (σχεσιακή βάση δεδομένων) η γραμμή (row), η πλειάδα (tuple) ενός πίνακα (table)[4]

Πολυλεκτικοί όροι

επεξεργασία

Συγγενικά

επεξεργασία

Μεταφράσεις

επεξεργασία

Αναφορές

επεξεργασία
  1. εγγραφή - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
  2. s.v. εγγράφω - Μπαμπινιώτης, Γεώργιος (2010). Ετυμολογικό Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας (Β' ανατύπωση. 2009: A' έκδοση). Αθήνα: Κέντρο Λεξικολογίας.
  3. εγγραφή - Χαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών. (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)
  4. Ευαγγελία Πιτουρά, «Το Σχεσιακό Μοντέλο και η Σχεσιακή Άλγεβρα», σελ. 44, Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων. Προσπέλαση 2020-02-04