recording
Αγγλικά (en)
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαενικός | πληθυντικός |
recording | recordings |
recording (en)
- η καταγραφή, η αποτύπωση
- ⮡ The final developments and the recording of the agreement are awaited.
- Αναμένονται οι οριστικές εξελίξεις και η αποτύπωση της συμφωνίας.
- ⮡ The final developments and the recording of the agreement are awaited.
- η εγγραφή, η ηχογράφηση
- ⮡ an old recording - μια παλιά εγγραφή
Ρηματικός τύπος
επεξεργασίαrecording (en)
Πηγές
επεξεργασία- Stavropoulos, D N (2008). Stavropoulos, G N. ed. Oxford Greek-English Learner's Dictionary (Revised έκδοση). Oxford: Oxford University Press. σελ. 256. ISBN 9780194325684., λήμμα: εγγραφή