Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

τίκτω → δείτε το αρχαίο τίκτω

  Ρήμα επεξεργασία

τίκτω

  • (απαρχαιωμένο) το αρχαίο τίκτω (γεννάω) σε εκκλησιαστικά ή παλιότερα κείμενα
    Σήμερον η Παρθένος τίκτει... (Θ΄ Ωδή Χριστουγέννων)
    Θεοτόκε Παρθένε, χαῖρε, κεχαριτωμένη Μαρία, ὁ Κύριος μετὰ σοῦ. Εὐλογημένη σὺ ἐν γυναιξί, καὶ εὐλογημένος ὁ καρπὸς τῆς κοιλίας σου, ὅτι Σωτήρα ἔτεκες τῶν ψυχῶν ἡμῶν

Συγγενικά επεξεργασία

και

  Μεταφράσεις επεξεργασία



Αρχαία ελληνικά (grc) επεξεργασία

Αρχικοί
χρόνοι
Φωνή
Eνεργητική
Φωνή
Μέση & Παθητική
Ενεστώτας  τίκτω   τίκτομαι 
Παρατατικός  ἔτικτον 
Μέλλοντας  τέξω   τεχθήσομαι, τέξομαι 
Αόριστος  ἔτεξα, ἔτεκον   ἐτεξάμην, ἐτεκόμην, ἐτέχθην 
Παρακείμενος  τέτοκα   τέτεγμαι 
Υπερσυντέλικος
Συντελ.Μέλλ.

  Ετυμολογία επεξεργασία

τίκτω < πρωτοελληνική *tíktō < πρωτοϊνδοευρωπαϊκή *tí-tḱ-e-ti < *teḱ- (τίκτω, γεννώ)

  Ρήμα επεξεργασία

τίκτω

  1. φέρνω στον κόσμο παιδιά, γεννάω
    ※  8ος αιώνας   Ὅμηρος, Ἰλιάς, 1 (Α. Λοιμός. Μῆνις.), στίχ. 352 (στίχοι 352-354)
    «μῆτερ, ἐπεί μ᾽ ἔτεκές γε μινυνθάδιόν περ ἐόντα, | τιμήν πέρ μοι ὄφελλεν Ὀλύμπιος ἐγγυαλίξαι | Ζεὺς ὑψιβρεμέτης· νῦν δ᾽ οὐδέ με τυτθὸν ἔτεισεν·
    «Μητέρ᾽, αφού κοντόχρονον με έχεις γεννημένον, | έπρεπε καν ο βροντητής να μου χαρίσει ο Δίας | τιμήν και αντίς ολότελα δεν μ᾽ έχει αυτός τιμήσει·
    Έμμετρη μετάφραση (1922): Ιάκωβος Πολυλάς, @greek‑language.gr
    ※  7ος↑ αιώνας Ἡσίοδος, Θεογονία, 45 (43-45)
    αἱ δ᾽ ἄμβροτον ὄσσαν ἱεῖσαι | θεῶν γένος αἰδοῖον πρῶτον κλείουσιν ἀοιδῇ | ἐξ ἀρχῆς, οὓς Γαῖα καὶ Οὐρανὸς εὐρὺς ἔτικτεν,
    Κι αυτές αθάνατη αφήνουνε φωνή | και πρώτα των σεβαστών θεών το γένος υμνούν με το τραγούδι τους, | απ᾽ την αρχή, αυτό που γέννησε η Γη κι ο Ουρανός ο ευρύς,
    Μετάφραση (2001): Σταύρος Γκιργκένης, Θεσσαλονίκη: Ζήτρος @greek‑language.gr
    ※  5ος↑ αιώνας Εὐριπίδης, Μήδεια, στίχ. 1247 (1246-1249)
    καὶ μὴ κακισθῇς μηδ᾽ ἀναμνησθῇς τέκνων, | ὡς φίλταθ᾽, ὡς ἔτικτες, ἀλλὰ τήνδε γε | λαθοῦ βραχεῖαν ἡμέραν παίδων σέθεν | κἄπειτα θρήνει·
    και μη λιποψυχήσεις, μη θυμηθείς τα παιδιά σου, | ότι τα λάτρεψες, ότι τα γέννησες. | Τη μέρα τούτη τη μικρή ξέχνα τα παιδιά σου | και ύστερα θρήνησε και ξαναθρήνησε.
    Μετάφραση (2012): Θ. Κ. Στεφανόπουλος, Αθήνα: Κίχλη @greek‑language.gr
  2. (για θηλυκά ζώα) γεννάω
    5ος αιώνας   Ἡρόδοτος, Ἱστορίαι, 2 (Εὐτέρπη), 68.1
    Τῶν δὲ κροκοδείλων φύσις ἐστὶ τοιήδε· τοὺς χειμεριωτάτους μῆνας τέσσερας ἐσθίει οὐδέν, ἐὸν δὲ τετράπουν χερσαῖον καὶ λιμναῖόν ἐστι· τίκτει μὲν γὰρ ᾠὰ ἐν γῇ καὶ ἐκλέπει καὶ τὸ πολλὸν τῆς ἡμέρης διατρίβει ἐν τῷ ξηρῷ, τὴν δὲ νύκτα πᾶσαν ἐν τῷ ποταμῷ·
    Των κροκοδείλων τώρα η φύση είναι η εξής: τους τέσσερις βαρύτερους μήνες του χειμώνα ο κροκόδειλος δεν τρώει τίποτε· είναι τετράποδο αλλά ζει και στην ξηρά και στις λίμνες· τα αυγά του τα γεννάει και τα εκκολάπτει στη στεριά, και το μεγαλύτερο μέρος της ημέρας το περνάει στην ξηρά, αλλά όλη τη νύχτα μένει μέσα στον ποταμό,
    Μετάφραση (1992): Λεωνίδας Ζενάκος Αθήνα:Γκοβόστης @greek‑language.gr
    5ος αιώνας   Ἡρόδοτος, Ἱστορίαι, 7 (Πολύμνια), 57.2
    ἐγένετο δὲ καὶ ἕτερον αὐτῷ τέρας ἐόντι ἐν Σάρδισι· ἡμίονος γὰρ ἔτεκε ἡμίονον διξὰ ἔχουσαν αἰδοῖα, τὰ μὲν ἔρσενος, τὰ δὲ θηλέης· κατύπερθε δὲ ἦν τὰ τοῦ ἔρσενος.
    Μάλιστα και κάτι άλλο καταπληκτικό τού παρουσιάστηκε, όταν ακόμα ήταν στις Σάρδεις: μούλα γέννησε μουλάρι, που είχε διπλά αιδοία, αρσενικά και θηλυκά· τα αρσενικά βρίσκονταν πιο πάνω.
    Μετάφραση (1993): Ηλίας Σπυρόπουλος. Αθήνα:Γκοβόστης @greek‑language.gr
    ※  4ος↑ αιώνας Ἀριστοτέλης, Τῶν περὶ τὰ ζῷα ἱστοριῶν, 6, 18 , p.218, @scaife.perseus
    Αἱ μὲν οὖν ἥμεροι ὕες κύουσι τέτταρας μῆνας, τίκτουσι δὲ τὰ πλεῖστα εἴκοσιν· πλὴν ἂν πολλὰ τέκωσιν, οὐ δύνανται ἐκτρέφειν πάντα. Γηράσκουσαι δὲ τίκτουσι μὲν ὁμοίως, ὀχεύονται δὲ βραδύτερον·
  3. (για πτηνά) εκκολάπτω
  4. (για ψάρια) αποθέτω αβγά
    ※  4ος↑ αιώνας Ἀριστοτέλης, Τῶν περὶ τὰ ζῷα ἱστοριῶν, 6, 14 , p.205, @scaife.perseus
    Οἱ δὲ λιμναῖοι καὶ οἱ ποτάμιοι τῶν ἰχθύων κυήματα μὲν ἴσχουσι πεντάμηνοι τὴν ἡλικίαν ὄντες ὡς ἐπὶ τὸ πολύ, τίκτουσι δὲ τοῦ ἐνιαυτοῦ περιιόντος ἅπαντες·
    ※  4ος↑ αιώνας Ἀριστοτέλης, Τῶν περὶ τὰ ζῷα ἱστοριῶν, 5, 11 @scaife.perseus
    Τίκτουσι δ’ οἱ πλεῖστοι τῶν ἰχθύων ἐν μησὶ τρισί, Μουνυχιῶνι, Θαργηλιῶνι, Σκιρροφοριῶνι· μετοπώρου δ’ ὀλίγοι, οἷον σάλπη καὶ σάργος καὶ ὅσα ἄλλα τοιαῦτα μικρὸν πρὸ ἰσημερίας τῆς φθινοπωρινῆς, καὶ νάρκη καὶ ῥίνη. Τίκτει δ’ ἔνια καὶ χειμῶνος καὶ θέρους,
  5. (για παραγωγή λαχανικών) παράγω
  6. (μεταφορικά) παράγω, προξενώ, επιφέρω
    ※  6ος/5ος↑ αιώνας Αἰσχύλος, Ἱκέτιδες, 498 (498-499)
    φύλαξαι μὴ θράσος τέκῃ φόβον· | καὶ δὴ φίλον τις ἔκταν᾽ ἀγνοίας ὕπο.
    κι έτσι φυλάξου μη γεννήσει η εμπιστοσύνη φόβου αφορμή· | κι έτυχ᾽ ως τώρα να σκοτώσει, χωρίς να ξέρει, κι άνθρωπο κανείς δικό του.
    Μετάφραση (1930): Ιωάννης Ν. Γρυπάρης, Αθήνα:Εστία @greek‑language.gr
    ※  5ος↑ αιώνας Εὐριπίδης, Ἑλένη, στίχ. 364 (364-365)
    τὰ δ᾽ ἐμὰ δῶρα Κύπριδος ἔτεκε | πολὺ μὲν αἷμα, πολὺ δὲ δάκρυον
    τα δώρα που μου χάρισεν η Κύπρη | ατέλειωτα γεννήσαν μοιρολόγια, αρίφνητο αίμα,
    Μετάφραση (2006): Τάσος Ρούσσος, Αθήνα: ΟΕΔΒ @greek‑language.gr

Σύνθετα επεξεργασία

δείτε και τα παράγωγά τους, όπως ἐπίτοκος, ἀπότοκος, ἀπότεκνος, ἐπίτεκνος

Συγγενικά επεξεργασία

Εκφράσεις επεξεργασία

Κλίση επεξεργασία

Ρηματικοί τύποι:

  Πηγές επεξεργασία