πολύτεκνος
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- πολύτεκνος < (κληρονομημένο) αρχαία ελληνική πολύτεκνος
Επίθετο
επεξεργασίαπολύτεκνος, -η, -ο
- που έχει πολλά παιδιά
Ουσιαστικό
επεξεργασίαπολύτεκνος αρσενικό
- γονιός τριών ή περισσότερων παιδιών
Συγγενικά
επεξεργασίαΜεταφράσεις
επεξεργασία πολύτεκνος
|
Πηγές
επεξεργασία- Μπαμπινιώτης, Γεώργιος (2002). Λεξικό της νέας ελληνικής γλώσσας (Βʹ έκδοση). Αθήνα: Κέντρο Λεξικολογίας. (Αʹ έκδοση: 1998)
- πολύτεκνος - Χαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών. (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)
- πολύτεκνος - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
Αρχαία ελληνικά (grc)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΕπίθετο
επεξεργασίαπολύτεκνος, -ος, -ον
- που έχει πολλά παιδιά, γόνιμος
- ※ 6ος/5ος πκε αιώνας ⌘ Αἰσχύλος, Προμηθεὺς δεσμώτης, στίχ. 137
- τῆς πολυτέκνου Τηθύος ἔκγονα,
- Της πολύτεκνης κόρες Τηθύας,
- Μετάφραση (1930): Ιωάννης Ν. Γρυπάρης, Αθήνα:Εστία @greek‑language.gr
- τῆς πολυτέκνου Τηθύος ἔκγονα,
- ※ 4ος πκε αιώνας ⌘ Ἀριστοτέλης, Τῶν περὶ τὰ ζῷα ἱστοριῶν, 9, 15 @scaife.perseus
- Ὁ δ’ αἴγιθος εὐβίοτος καὶ πολύτεκνος, τὸν δὲ πόδα χωλός ἐστιν.
- ≠ αντώνυμα: ὀλιγότεκνος, ὀλιγόπαις
- ※ 6ος/5ος πκε αιώνας ⌘ Αἰσχύλος, Προμηθεὺς δεσμώτης, στίχ. 137
- (κυρίως ως προσωνυμία των ποταμών) που με τα νερά τους καθιστούν τη γη εύφορη, γόνιμη
- ※ 6ος/5ος πκε αιώνας ⌘ Αἰσχύλος, Ἱκέτιδες, 1028 (1026-1029)
- ποταμοὺς δ᾽ οἳ διὰ χώρας | θελεμὸν πῶμα χέουσιν | πολύτεκνοι, λιπαροῖς χεύμασι γαίας | τόδε μειλίσσοντες οὖδας.
- Μα τους πόταμους, | πολύτεκνοι που χύνουν τα γλυκόπιοτα νερά των | μες από τη χώρα τούτη | και με προφαντά παχαίνουν ρέματα της γης το χώμα.
- Μετάφραση (1930): Ιωάννης Ν. Γρυπάρης, Αθήνα:Εστία @greek‑language.gr
- ποταμοὺς δ᾽ οἳ διὰ χώρας | θελεμὸν πῶμα χέουσιν | πολύτεκνοι, λιπαροῖς χεύμασι γαίας | τόδε μειλίσσοντες οὖδας.
- ※ 6ος/5ος πκε αιώνας ⌘ Αἰσχύλος, Ἱκέτιδες, 1028 (1026-1029)
Συγγενικά
επεξεργασίαΠηγές
επεξεργασία- πολύτεκνος - Επιτομή του Λεξικού Λίντελ-Σκοτ, Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας (Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος, 2007), Ψηφίδες στο Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, 2012
- πολύτεκνος - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.