κολοκύθι
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | το | κολοκύθι | τα | κολοκύθια |
γενική | του | κολοκυθιού | των | κολοκυθιών |
αιτιατική | το | κολοκύθι | τα | κολοκύθια |
κλητική | κολοκύθι | κολοκύθια | ||
Οι καταλήξεις -ιού, -ια, -ιών προφέρονται με συνίζηση. | ||||
Κατηγορία όπως «τραγούδι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασία- κολοκύθι < (κληρονομημένο) μεσαιωνική ελληνική κολοκύθι < κολοκύνθιν < αρχαία ελληνική κολοκύνθιον, υποκοριστικό του κολοκύνθη
Προφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /ko.loˈci.θi/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : κο‐λο‐κύ‐θι
Ουσιαστικό
επεξεργασίακολοκύθι ουδέτερο
- (λαχανικό) ο καρπός της κολοκυθιάς, στενόμακρος, πρασινωπός απ’ έξω, άσπρος από μέσα, με σπόρια
- (μεταφορικά) αντικείμενο ευτελές ή με άγνωστο όνομα
- → και δείτε τη λέξη κολοκύθια (πληθυντικός)
Παροιμίες
επεξεργασίαΕκφράσεις
επεξεργασία- → δείτε τη λέξη κολοκύθια
Συγγενικά
επεξεργασία- κολοκύθα
- Κολοκυθάς (επώνυμο)
- κολοκυθάκι
- κολοκυθάκια (φαγητό)
- κολοκύθας
- κολοκυθένιος
- κολοκυθιά
θέμα -υνθ-
- → δείτε τις λέξεις κολοκύνθη και Κολοκυνθού
Σύνθετα
επεξεργασία- κολοκυθο- Νεοελληνικές λέξεις με πρόθημα κολοκυθο- στο Βικιλεξικό
- κολοκυθοκεφτές
- κολοκυθοκορφάδες
- κολοκυθόπιτα
- κολοκυθόσπορος
Μεταφράσεις
επεξεργασία κολοκύθι
Πηγές
επεξεργασία- κολοκύθι - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
- κολοκύθι - Χαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών. (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)
Ουσιαστικό
επεξεργασίακολοκύθι ουδέτερο
- (λαχανικό) άλλη μορφή του κολοκύνθιν → δείτε τη λέξη κολοκύνθιον
Πηγές
επεξεργασία- κολοκύνθιον, κολοκύθι - Επιτομή του Λεξικού Κριαρά της Μεσαιωνικής Ελληνικής Δημώδους Γραμματείας (1100-1669). Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, [μονοτονικό σύστημα].