↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η κολοκυθοκορφάδα οι κολοκυθοκορφάδες
      γενική της κολοκυθοκορφάδας των κολοκυθοκορφάδων
    αιτιατική την κολοκυθοκορφάδα τις κολοκυθοκορφάδες
     κλητική κολοκυθοκορφάδα κολοκυθοκορφάδες
Κατηγορία όπως «ελπίδα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
κολοκυθοκορφάδες < πληθυντικός του κολοκυθοκορφάδα

  Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /ko.lo.ci.θo.koɾˈfa.ðes/

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

κολοκυθοκορφάδες θηλυκό στον πληθυντικό

κολοκυθοκορφάδες τσιγαριστές

Σημειώσεις

επεξεργασία
προσοχή! στον ενικό, αλλάζει το νόημα της λέξης!

Δείτε επίσης

επεξεργασία

  Μεταφράσεις

επεξεργασία