βιοχημεία
Νέα ελληνικά (el)Επεξεργασία
Ετυμολογία Επεξεργασία
ΟυσιαστικόΕπεξεργασία
βιοχημεία θηλυκό
- ο διεπιστημονικός κλάδος της χημείας και της βιολογίας που μελετά τις χημικές αντιδράσεις που πραγματοποιούνται στους ζωντανούς οργανισμούς
Επεξεργασία
Δείτε επίσηςΕπεξεργασία
- βιοχημεία στη Βικιπαίδεια
ΜεταφράσειςΕπεξεργασία
βιοχημεία