Ανγκόλα
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | η | Ανγκόλα | οι | Ανγκόλες |
γενική | της | Ανγκόλας | — | |
αιτιατική | την | Ανγκόλα | τις | Ανγκόλες |
κλητική | Ανγκόλα | Ανγκόλες | ||
Η γενική πληθυντικού σε -ών δε συνηθίζεται. Συνήθως στον ενικό. | ||||
Κατηγορία όπως «πείνα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασία- Ανγκόλα < πορτογαλική Angola < κιμπούντου n'gola (βασιλιάς)[1]
Προφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /aŋˈɡo.la/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Αν‐γκό‐λα
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΑνγκόλα θηλυκό
- χώρα της νοτιοδυτικής Αφρικής με πρωτεύουσα τη Λουάντα, επίσημη γλώσσα την πορτογαλική και νόμισμα το κουάνζα
Άλλες μορφές
επεξεργασίαΣυγγενικά
επεξεργασίαΔείτε επίσης
επεξεργασία- Ανγκόλα στη Βικιπαίδεια
Μεταφράσεις
επεξεργασία Ανγκόλα
|
Αναφορές
επεξεργασία- ↑ Οι Πορτογάλοι, όταν αποίκησαν τη χώρα τον 16ο αιώνα, διαπίστωσαν ότι διοικούνταν από ένα σύστημα οργάνωσης των φυλών. Ο επικεφαλής κάθε φυλής έφερε τον τίτλο n'gola (ο βασιλιάς στη γλώσσα των Μπαντού).
Πηγές
επεξεργασία- Μπαμπινιώτης, Γεώργιος (2002). Λεξικό της νέας ελληνικής γλώσσας (Βʹ έκδοση). Αθήνα: Κέντρο Λεξικολογίας. (Αʹ έκδοση: 1998)
- Κατάλογος χωρών, εδαφών και νομισμάτων, Διοργανικό εγχειρίδιο σύνταξης κειμένων (Κατάσταση στις 12.08.2024), Υπηρεσία Εκδόσεων ΕΕ.