φτελιά
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | η | φτελιά | οι | φτελιές |
γενική | της | φτελιάς | των | φτελιών |
αιτιατική | τη | φτελιά | τις | φτελιές |
κλητική | φτελιά | φτελιές | ||
Οι καταλήξεις προφέρονται με συνίζηση. | ||||
Κατηγορία όπως «καρδιά» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία επεξεργασία
- φτελιά < (κληρονομημένο) μεσαιωνική ελληνική φτελιά < αρχαία ελληνική πτελέα[1]
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /fteˈʎa/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : φτε‐λιά
Ουσιαστικό επεξεργασία
φτελιά θηλυκό
Συνώνυμα επεξεργασία
Συγγενικά επεξεργασία
- Φτελιά (τοπωνύμιο)
Δείτε επίσης επεξεργασία
- φτελιά στη Βικιπαίδεια
Μεταφράσεις επεξεργασία
φτελιά
|
Αναφορές επεξεργασία
- ↑ φτελιά - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας