Δείτε επίσης: Καστανιά, καστάνια
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η καστανιά οι καστανιές
      γενική της καστανιάς των καστανιών
    αιτιατική την καστανιά τις καστανιές
     κλητική καστανιά καστανιές
Οι καταλήξεις προφέρονται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «καρδιά» - Παράρτημα:Ουσιαστικά
 
Μια καστανιά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
καστανιά < (κληρονομημένο) μεσαιωνική ελληνική καστανιά < ελληνιστική κοινή καστανέα με συνίζηση για αποφυγή χασμωδίας[1]

  Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /ka.staˈɲa/
τυπογραφικός συλλαβισμός: κα‐στα‐νιά

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

καστανιά θηλυκό

Συγγενικά

επεξεργασία

Δείτε επίσης

επεξεργασία

  Μεταφράσεις

επεξεργασία

  Αναφορές

επεξεργασία



  Ετυμολογία

επεξεργασία
καστανιά < ελληνιστική κοινή καστανέα

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

καστανιά θηλυκό