φλαῦρος
Αρχαία ελληνικά (grc)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΕπίθετο
επεξεργασίαφλαῦρος -α -ον, συγκριτικός :φλαυρότερος, υπερθετικός : φλαυρότατος
- φαύλος, ανήθικος, άθλιος, κακός
- ※ 6ος/5ος πκε αιώνας ⌘ Αἰσχύλος, Πέρσαι, στίχ. 217 (216-217)
- θεοὺς δὲ προστροπαῖς ἱκνουμένη, | εἴ τι φλαῦρον εἶδες, αἰτοῦ τῶνδ᾽ ἀποτροπὴν τελεῖν,
- στους θεούς μόνο λέγω να προσπέσεις με παράκλησες κι ευχές, | κι αν κακό ήταν τ᾽ όνειρό σου, ζήτησέ τους το κακό να ξορκίσουν
- Μετάφραση (1930): Ιωάννης Ν. Γρυπάρης, Αθήνα:Εστία @greek‑language.gr
- θεοὺς δὲ προστροπαῖς ἱκνουμένη, | εἴ τι φλαῦρον εἶδες, αἰτοῦ τῶνδ᾽ ἀποτροπὴν τελεῖν,
- ※ 6ος/5ος πκε αιώνας ⌘ Αἰσχύλος, Πέρσαι, στίχ. 217 (216-217)
- κακομοίρης, αδιάφορος
- κακός
- ※ 5ος πκε αιώνας ⌘ Εὐριπίδης, Μήδεια, στίχ. 1103 (1099-1104)
- ἐσορῶ μελέτῃ | κατατρυχομένους τὸν ἅπαντα χρόνον, | πρῶτον μὲν ὅπως θρέψουσι καλῶς | βίοτόν θ᾽ ὁπόθεν λείψουσι τέκνοις· | ἔτι δ᾽ ἐκ τούτων εἴτ᾽ ἐπὶ φλαύροις | εἴτ᾽ ἐπὶ χρηστοῖς | μοχθοῦσι, τόδ᾽ ἐστὶν ἄδηλον.
- τους βλέπω μια ζωή να βασανίζονται | από την έγνοια τους γι᾽ αυτά, | πρώτα πώς θα τα μεγαλώσουνε σωστά | και πώς θα βρούνε βιος να τους αφήσουν. | Και ακόμα μοχθούν χωρίς να ξέρουν | αν τα παιδιά είναι κακά ή αν καλά.
- Μετάφραση (2012): Θ. Κ. Στεφανόπουλος, Αθήνα: Κίχλη @greek‑language.gr
- ἐσορῶ μελέτῃ | κατατρυχομένους τὸν ἅπαντα χρόνον, | πρῶτον μὲν ὅπως θρέψουσι καλῶς | βίοτόν θ᾽ ὁπόθεν λείψουσι τέκνοις· | ἔτι δ᾽ ἐκ τούτων εἴτ᾽ ἐπὶ φλαύροις | εἴτ᾽ ἐπὶ χρηστοῖς | μοχθοῦσι, τόδ᾽ ἐστὶν ἄδηλον.
- ≠ αντώνυμα: χρηστός
- ※ 5ος πκε αιώνας ⌘ Εὐριπίδης, Μήδεια, στίχ. 1103 (1099-1104)
- άχρηστος
- (για πράγματα) ασήμαντος, μηδαμινός
- ※ 6ος/5ος πκε αιώνας ⌘ Πίνδαροςw, Πυθιονίκαις, 1. Ἱέρωνι Αἰτναίῳ ἅρματι, 88 (1.88-1.89)
- εἴ τι καὶ φλαῦρον παραιθύσσει, μέγα τοι φέρεται, πὰρ σέθεν.
- Κι αν σου ξεφύγει κάτι ασήμαντο, | μεγάλο γίνεται, γιατί θα ᾽ναι από σένα·
- Μετάφραση (1953), Ι.Ν. Γρυπάρης, @greek‑language.gr
- εἴ τι καὶ φλαῦρον παραιθύσσει, μέγα τοι φέρεται, πὰρ σέθεν.
- ※ 6ος/5ος πκε αιώνας ⌘ Πίνδαροςw, Πυθιονίκαις, 1. Ἱέρωνι Αἰτναίῳ ἅρματι, 88 (1.88-1.89)
- (για εξωτερική εμφάνιση) πενιχρός, ευτελής
- ※ 5ος πκε αιώνας ⌘ Ἡρόδοτος, Ἱστορίαι, 6 (Ἐρατώ), 61.3
- ἐοῦσαν γάρ μιν τὸ εἶδος φλαύρην ἡ τροφὸς αὐτῆς, οἷα ἀνθρώπων τε ὀλβίων θυγατέρα καὶ δυσειδέα ἐοῦσαν, πρὸς δὲ καὶ ὁρῶσα τοὺς γονέας συμφορὴν τὸ εἶδος αὐτῆς ποιευμένους, ταῦτα ἕκαστα μαθοῦσα ἐπιφράζεται τοιάδε·
- Δηλαδή, έτσι που αυτή είχε όψη άχαρη, η παραμάνα της, βλέποντάς την θυγατέρα ευκατάστατης οικογένειας και άσκημη, κι ακόμα βλέποντας τους γονείς πικραμένους για τη μορφή της, τα μελέτησε όλ᾽ αυτά κι είχε την εξής έμπνευση·
- Μετάφραση (1993): Ηλίας Σπυρόπουλος. Αθήνα:Γκοβόστης @greek‑language.gr
- ἐοῦσαν γάρ μιν τὸ εἶδος φλαύρην ἡ τροφὸς αὐτῆς, οἷα ἀνθρώπων τε ὀλβίων θυγατέρα καὶ δυσειδέα ἐοῦσαν, πρὸς δὲ καὶ ὁρῶσα τοὺς γονέας συμφορὴν τὸ εἶδος αὐτῆς ποιευμένους, ταῦτα ἕκαστα μαθοῦσα ἐπιφράζεται τοιάδε·
- ※ 5ος πκε αιώνας ⌘ Ἡρόδοτος, Ἱστορίαι, 6 (Ἐρατώ), 61.3
Συνώνυμα
επεξεργασίαΣυγγενικά
επεξεργασία- ἀποφλαυρίζω
- ἐκφλαυρίζω
- φλαυρίζω
- φλαυρότης
- φλαυρουργός
- φλαύρως (επίρρημα)
Εκφράσεις
επεξεργασία- τῆς στρατιῆς τὸ φλαυρότατον: το λιγότερο μάχιμο μέρος του στρατεύματος
- ※ 5ος πκε αιώνας ⌘ Ἡρόδοτος, Ἱστορίαι, 1 (Κλειώ), 207.7
- ποιήσαντας δὲ ταῦτα, ὑπολειπομένους τῆς στρατιῆς τὸ φλαυρότατον, τοὺς λοιποὺς αὖτις ἐξαναχωρέειν ἐπὶ τὸν ποταμόν.
- Ύστερα αφήνουμε εκεί τους χειρότερους από τους στρατιώτες μας, κι οι άλλοι ας ξεκινήσουμε πίσω για το ποτάμι.
- Μετάφραση (1964): Δημήτρης Ν. Μαρωνίτης Αθήνα:Γκοβόστης @greek‑language.gr
- ποιήσαντας δὲ ταῦτα, ὑπολειπομένους τῆς στρατιῆς τὸ φλαυρότατον, τοὺς λοιποὺς αὖτις ἐξαναχωρέειν ἐπὶ τὸν ποταμόν.
- ※ 5ος πκε αιώνας ⌘ Ἡρόδοτος, Ἱστορίαι, 1 (Κλειώ), 207.7
- φλαῦρον λέγω τινα: κακολογώ κάποιον
- ※ 4oς πκε αιώνας ⌘ Ισοκράτης, Παναθηναϊκός, 12.16
- ἀλλ᾽ ἀεί τι φλαῦρον περὶ ἐμοῦ λέγουσιν
- πάντοτε έχουν κάτι κακό να πουν για μένα.
- Μετάφραση (2012), Α.Ι. Γιαγκόπουλος-Ζ.Ε. Μαλαθούνη, @greek‑language.gr
- ἀλλ᾽ ἀεί τι φλαῦρον περὶ ἐμοῦ λέγουσιν
- ※ 5ος/4ος πκε αιώνας ⌘ Ἀριστοφάνης, Λυσιστράτη, στίχ. 1045 (1043-1045)
- οὐ παρασκευαζόμεσθα | τῶν πολιτῶν οὐδέν᾽, ὦνδρες, | φλαῦρον εἰπεῖν οὐδὲ ἕν,
- Δεν το βάλαμε στο νου μας | άσκημο να πούμε λόγο | για κανένανε πολίτη.
- Μετάφραση (1965): Κώστας Βάρναλης, Αθήνα: Κέδρος @greek‑language.gr
- οὐ παρασκευαζόμεσθα | τῶν πολιτῶν οὐδέν᾽, ὦνδρες, | φλαῦρον εἰπεῖν οὐδὲ ἕν,
- ※ 4oς πκε αιώνας ⌘ Ισοκράτης, Παναθηναϊκός, 12.16
- φλαῦρον ἐργάζομαί τινα: κάνω σε κάποιον κακό, βλάπτω
- ※ 5ος/4ος πκε αιώνας ⌘ Ἀριστοφάνης, Νεφέλαι, στίχ. 1157
- οὐδὲν γὰρ ἄν με φλαῦρον ἐργάσαισθ᾽ ἔτι,
- τώρ᾽ από σας κακό πια δε φοβούμαι.
- Μετάφραση (1967): Θρασύβουλος Σταύρου, Αθήνα: Τυποβιβλιοτεχνική @greek‑language.gr
- γιατί τίποτε κακό πια δεν θα μου κάνετε,
- Μετάφραση λέξεων: Βικιλεξικό.
- τώρ᾽ από σας κακό πια δε φοβούμαι.
- οὐδὲν γὰρ ἄν με φλαῦρον ἐργάσαισθ᾽ ἔτι,
- ※ 5ος/4ος πκε αιώνας ⌘ Ἀριστοφάνης, Νεφέλαι, στίχ. 1157
Πηγές
επεξεργασία- φλαῦρος - Επιτομή του Λεξικού Λίντελ-Σκοτ, Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας (Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος, 2007), Ψηφίδες στο Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, 2012
- φλαῦρος - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.