Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
μηδαμινός
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Επίθετο
1.2.1
Συγγενικά
1.2.2
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
ο
μηδαμιν
ός
η
μηδαμιν
ή
το
μηδαμιν
ό
γενική
του
μηδαμιν
ού
της
μηδαμιν
ής
του
μηδαμιν
ού
αιτιατική
τον
μηδαμιν
ό
τη
μηδαμιν
ή
το
μηδαμιν
ό
κλητική
μηδαμιν
έ
μηδαμιν
ή
μηδαμιν
ό
↓
πτώσεις
πληθυντικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
οι
μηδαμιν
οί
οι
μηδαμιν
ές
τα
μηδαμιν
ά
γενική
των
μηδαμιν
ών
των
μηδαμιν
ών
των
μηδαμιν
ών
αιτιατική
τους
μηδαμιν
ούς
τις
μηδαμιν
ές
τα
μηδαμιν
ά
κλητική
μηδαμιν
οί
μηδαμιν
ές
μηδαμιν
ά
Κατηγορία
όπως «
καλός
» -
Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
Ετυμολογία
επεξεργασία
μηδαμινός
< (
ελληνιστική κοινή
)
μηδαμινός
<
αρχαία ελληνική
μηδαμός
<
μηδέ
+
ἁμός
Επίθετο
επεξεργασία
μηδαμινός, -ή, -ό
αμελητέος
,
ασήμαντος
Συγγενικά
επεξεργασία
→
δείτε
τις λέξεις
μηδέ
και
μη
Μεταφράσεις
επεξεργασία
μηδαμινός
γαλλικά
:
insignifiant
(fr)
γερμανικά
:
nichtig
(de)
ισπανικά
:
nulo
(es)
,
nimio
(es)
,
insignificante
(es)
ιταλικά
:
da nulla
(it)
,
insignificante
(it)