πτώσεις       ενικός      
γένη  αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο τερατογόνος η τερατογόνος
& τερατογόνα
το τερατογόνο
      γενική του τερατογόνου της τερατογόνου
& τερατογόνας
του τερατογόνου
    αιτιατική τον τερατογόνο την τερατογόνο
& τερατογόνα
το τερατογόνο
     κλητική τερατογόνε τερατογόνε
& τερατογόνα
τερατογόνο
 πτώσεις   πληθυντικός  
γένη  αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι τερατογόνοι οι τερατογόνοι
& τερατογόνες
τα τερατογόνα
      γενική των τερατογόνων των τερατογόνων των τερατογόνων
    αιτιατική τους τερατογόνους τις τερατογόνους
& τερατογόνες
τα τερατογόνα
     κλητική τερατογόνοι τερατογόνοι
& τερατογόνες
τερατογόνα
ομάδα '-ος -ος -ο & -α', Κατηγορία όπως «ζημιογόνος» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

Ετυμολογία

επεξεργασία
τερατογόνος < (διαχρονικό δάνειο) ελληνιστική κοινή τερατογόνος. Συγχρονικά αναλύεται σε τερατο- + -γόνος

τερατογόνος, -ος / -α, -ο

  • ουσία, παράγοντας που ενοχοποιείται για πρόκληση τερατογένεσης, δηλαδή που όταν εκτίθεται σε αυτόν ο μητρικός οργανισμός στην περίοδο της κύησης, τότε επηρεάζεται δυσμενώς το κύημα και μπορεί εκείνο να παρουσιάσει οργανικές ανωμαλίες
     τερατογόνα φάρμακα / έχει τερατογόνα δράση

Συγγενικά

επεξεργασία

Μεταφράσεις

επεξεργασία
 γένη αρσενικό & θηλυκό ουδέτερο
 πτώσεις       ενικός      
ονομαστική / τερατογόνος τὸ τερατογόνον
      γενική τοῦ/τῆς τερατογόνου τοῦ τερατογόνου
      δοτική τῷ/τῇ τερατογόν τῷ τερατογόν
    αιτιατική τὸν/τὴν τερατογόνον τὸ τερατογόνον
     κλητική ! τερατογόνε τερατογόνον
 πτώσεις   πληθυντικός  
ονομαστική οἱ/αἱ τερατογόνοι τὰ τερατογόν
      γενική τῶν τερατογόνων τῶν τερατογόνων
      δοτική τοῖς/ταῖς τερατογόνοις τοῖς τερατογόνοις
    αιτιατική τοὺς/τὰς τερατογόνους τὰ τερατογόν
     κλητική ! τερατογόνοι τερατογόν
    δυϊκός  
ονομ-αιτ-κλ τὼ τερατογόνω τὼ τερατογόνω
      γεν-δοτ τοῖν τερατογόνοιν τοῖν τερατογόνοιν
2η κλίση, Κατηγορία 'δύσκολος' όπως «τοξοβόλος» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

Ετυμολογία

επεξεργασία
τερατογόνος < (τέρας) τερατο- + -γόνος

τερατογόνος, -ος, -ον

Συγγενικά

επεξεργασία