Δείτε επίσης: συμφωνώ, συμφωνῶ
 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το σύμφωνο τα σύμφωνα
      γενική του συμφώνου
& σύμφωνου
των συμφώνων
    αιτιατική το σύμφωνο τα σύμφωνα
     κλητική σύμφωνο σύμφωνα
Κατηγορία όπως «πρόσωπο» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

επεξεργασία

Ουσιαστικό

επεξεργασία

σύμφωνο ουδέτερο

  1. (γλωσσολογία, φωνητική) φθόγγος που παράγεται από το στένεμα ή τη φραγή του αέρα από τα φωνητικά όργανα
      Κάθε ανθρώπινη γλώσσα έχει τα δικά της σύμφωνα. Στα κοινά νέα ελληνικά υπάρχουν περίπου 27 σύμφωνα, ανάλογα με τον τρόπο μέτρησης (αδιαμφισβήτα σύμφωνα ή και τα αλλόφωνα).
      Αναλυτικά, τα σύμφωνα της κοινής νέας ελληνικής είναι: - στο λήμμα φωνήεν-σύμφωνο - Γλωσσάρι όρων γλωσσολογίας που χρησιμοποιούνται στα σχολικά εγχειρίδια. - Digital PanGloss, όροι στο Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, 2012
  2. (γραμματική, γράμμα) σύμβολο για συμφωνικό φθόγγο
      τα σύμφωνα του νεότερου ελληνικού αλφαβήτου είναι 17 κεφαλαία (Β, Γ, Δ, Ζ, Θ, Κ, Λ, Μ, Ν, Ξ, Π, Ρ, Σ, Τ, Φ, Χ, Ψ) και 18 πεζά (β, γ, δ, ζ, θ, κ, λ, μ, ν, ξ, π, ρ, σ & ς, τ, φ, χ, ψ) Τα συμπλέγματά τους είναι 6 (μπ, ντ, γκ, γγ, τσ, τζ)
      τα κεφαλαία σύμφωνα του βασικού νεότερου λατινικού αλφαβήτου είναι 18 (B, C, D, F, G, J, K, L, M, N, P, Q, R, S, T, U, X, Z) και επιπλέον το W και το Υ
  3. (πολιτική) συμφωνία μεταξύ δύο ή περισσότερων κρατών
      Σύμφωνο της Βαρσοβίας
      παραβιάζεται το σύμφωνο μη επιθέσεως

Εκφράσεις

επεξεργασία

Συγγενικά

επεξεργασία

Δείτε επίσης

επεξεργασία

Μεταφράσεις

επεξεργασία