πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το άηχο σύμφωνο τα άηχα σύμφωνα
      γενική του άηχου συμφώνου των άηχων συμφώνων
    αιτιατική το άηχο σύμφωνο τα άηχα σύμφωνα
     κλητική άηχο σύμφωνο άηχα σύμφωνα
Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

επεξεργασία
άηχο σύμφωνο <  δείτε τις λέξεις άηχος και σύμφωνο, σημασιολογικό δάνειο από τη γαλλική sourd από τον πληθυντικό sourdes (consonnes): άηχα σύμφωνα[1]

Πολυλεκτικός όρος

επεξεργασία

άηχο σύμφωνο ουδέτερο (συνήθως στον πληθυντικό)

Αντώνυμα

επεξεργασία

Εκφράσεις

επεξεργασία

Συγγενικά

επεξεργασία

 και δείτε τη λέξη ήχος

Μεταφράσεις

επεξεργασία

Αναφορές

επεξεργασία