πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η ρίψη οι ρίψεις
      γενική της ρίψης* των ρίψεων
    αιτιατική τη ρίψη τις ρίψεις
     κλητική ρίψη ρίψεις
* παλιότερος λόγιος τύπος, ρίψεως
Κατηγορία όπως «λύση» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

επεξεργασία

Ουσιαστικό

επεξεργασία