πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η διάχυση οι διαχύσεις
      γενική της διάχυσης* των διαχύσεων
    αιτιατική τη διάχυση τις διαχύσεις
     κλητική διάχυση διαχύσεις
* παλιότερος λόγιος τύπος, διαχύσεως
Κατηγορία όπως «δύναμη» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

επεξεργασία

Ουσιαστικό

επεξεργασία

Αναφορές

επεξεργασία