Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
διαχύνω
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ρήμα
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
διαχύνω
<
αρχαία ελληνική
διαχέω
<
διά
+
χέω
<
πρωτοϊνδοευρωπαϊκή
*
ǵʰew
- (
χέω
,
χύνω
,
ρέω
)
Ρήμα
επεξεργασία
διαχύνω
χύνω
παντού
διαχέω
,
ακτινοβολώ
,
περιβρέχω
,
καταβρέχω
,
διαποτίζω
Μεταφράσεις
επεξεργασία
διαχύνω
αγγλικά
:
suffuse
(en)