↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η χρωμοπαγίδα οι χρωμοπαγίδες
      γενική της χρωμοπαγίδας των χρωμοπαγίδων
    αιτιατική τη χρωμοπαγίδα τις χρωμοπαγίδες
     κλητική χρωμοπαγίδα χρωμοπαγίδες
Κατηγορία όπως «ελπίδα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
χρωμοπαγίδα < χρωμο- + παγίδα

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

χρωμοπαγίδα θηλυκό

  1. (χημεία, τεχνολογία, για πλύσιμο ρούχων) ειδικό χαρτί που προστίθεται στο πλυντήριο ρούχων, απορροφά τα χρώματα που ξεβάφουν σε κάθε πλύση, προστατεύει την ζωντάνια των χρωμάτων, αποτρέπει το γάριασμα και τον αποχρωματισμό των ρούχων
  2. (τεχνολογία) μηχανισμός βαφής χαρτονομισμάτων που ενεργοποιείται σε περίπτωση ληστείας
  3. (τεχνολογία) χρωματιστή παγίδα με κολλώδη ουσία για την προσέλκυση και παγίδευση επιβλαβών εντόμων

  Μεταφράσεις

επεξεργασία
  • χρωμοπαγίδαΧαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών.  (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)