πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο μηχανισμός οι μηχανισμοί
      γενική του μηχανισμού των μηχανισμών
    αιτιατική τον μηχανισμό τους μηχανισμούς
     κλητική μηχανισμέ μηχανισμοί
Κατηγορία όπως «ναός» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

επεξεργασία
μηχανισμός < μηχανή + -ισμός  Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;  

Ουσιαστικό

επεξεργασία

μηχανισμός αρσενικό

  • ο τρόπος λειτουργίας των ηλεκτρικών συσκευών και όλων των μηχανοκίνητων πραγμάτων

Μεταφράσεις

επεξεργασία