καμπούρης
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | |||||
---|---|---|---|---|---|---|
γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
ονομαστική | ο | καμπούρης | η | καμπούρα | το | καμπούρικο |
γενική | του | καμπούρη | της | καμπούρας | του | καμπούρικου |
αιτιατική | τον | καμπούρη | την | καμπούρα | το | καμπούρικο |
κλητική | καμπούρη | καμπούρα | καμπούρικο | |||
↓ πτώσεις | πληθυντικός | |||||
γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
ονομαστική | οι | καμπούρηδες | οι | καμπούρες | τα | καμπούρικα |
γενική | των | καμπούρηδων | — | των | καμπούρικων | |
αιτιατική | τους | καμπούρηδες | τις | καμπούρες | τα | καμπούρικα |
κλητική | καμπούρηδες | καμπούρες | καμπούρικα | |||
To ουδέτερο, από τα επίθετα σε -ικος. Το αρσενικό και το θηλυκό, και ως ουσιαστικά. | ||||||
Κατηγορία όπως «ζηλιάρης» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές |
Ετυμολογία
επεξεργασία- καμπούρης < (κληρονομημένο) μεσαιωνική ελληνική καμπούρης < οθωμανική τουρκική قنبور (kanbur, kambur) (τουρκική kambur)[1] πιθανόν[2] < αρχαία ελληνική καμπύλος (οπότε, θα ήταν αντιδάνειο) < κάμπτω.
- Επίσης, ουσιαστικοποιημένα (αρσενικό, θηλυκό).
- Το ουδέτερο, από το καμπούρικος.
Επίθετο
επεξεργασία- άτομο που έχει καμπούρα
- ⮡ Ο Κουασιμόδος ήταν ένας καμπούρης και κακάσχημος κωδωνοκρούστης στην Παναγία των Παρισίων.
- ≈ συνώνυμα: κυφωτικός (λόγιο)
Ουσιαστικό
επεξεργασίακαμπούρης αρσενικό (θηλυκό καμπούρα)
- που είναι καμπούρης (#Επίθετο)
Εκφράσεις
επεξεργασίαΣυγγενικά
επεξεργασίαΔείτε επίσης
επεξεργασίαΜεταφράσεις
επεξεργασία καμπούρης
Αναφορές
επεξεργασία- ↑ kambur - μονόγλωσσο τουρκικό Ετυμολογικό Λεξικό «Türkçe Etimolojik Sözlük» (2002) του Σεβάν Νισανιάν
- ↑ Μπαμπινιώτης, Γεώργιος (2010). Ετυμολογικό Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας (Β' ανατύπωση. 2009: A' έκδοση). Αθήνα: Κέντρο Λεξικολογίας.
- ↑ καμπούρης - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
- ↑ Μπαμπινιώτης, Γεώργιος (2002). Λεξικό της νέας ελληνικής γλώσσας (Βʹ έκδοση). Αθήνα: Κέντρο Λεξικολογίας. (Αʹ έκδοση: 1998)