Δείτε επίσης: ἄλλος
 πτώσεις       ενικός      
γένη  αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική      άλλος      άλλη      άλλο
      γενική άλλου
& αλλουνού
άλλης
& αλληνής
άλλου
& αλλουνού
    αιτιατική άλλο
& άλλον
άλλη άλλο
     κλητική
 πτώσεις   πληθυντικός  
γένη  αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική      άλλοι      άλλες      άλλα
      γενική άλλων
& αλλουνών
άλλων
& αλλουνών
άλλων
& αλλουνών
    αιτιατική άλλους άλλες άλλα
     κλητική
Κατηγορία όπως «ξένος» - Παράρτημα:Αντωνυμίες

Ετυμολογία

επεξεργασία

Αντωνυμία

επεξεργασία

άλλος, -η, -ο (αόριστη αντωνυμία)

  1. όχι αυτός για τον οποίο έγινε ή θα γίνει λόγος
    παράδειγμα  άλλος ήταν υπεύθυνος για την κατάχρηση, όχι ο ταμίας
  2. διαφορετικός, όχι ίδιος
    παράδειγμα  η σημερινή κρίση έχει κάποια άλλα χαρακτηριστικά που τη διαφοροποιούν από τις προηγούμενες
  3. (αντιθετικά) κάποιος
    παράδειγμα  άλλοι ήταν σύμφωνοι κι άλλοι διαφωνούσαν
      Άλλος για Χίο τράβηξε κι άλλος για Μυτιλήνη (Μάνος Ελευθερίου, 1972, τραγούδι σε μουσική Δήμου Μούτση)
  4. (έναρθρο, στον πληθυντικό) που υπολείπονται, οι υπόλοιποι
    παράδειγμα  όσοι μπόρεσαν μπήκαν στο λεωφορείο και οι άλλοι έμειναν στη στάση να περιμένουν το επόμενο
  5. (χωρίς άρθρο) κάποιος ή κάτι επιπλέον
    παράδειγμα  χρειάζομαι κι άλλα χρήματα
  6. (έναρθρο, χρονικά) ο επόμενος
    παράδειγμα  θα τα πούμε την άλλη εβδομάδα

Εκφράσεις

επεξεργασία

Συγγενικά

επεξεργασία

Μεταφράσεις

επεξεργασία