Νέα ελληνικά (el)Επεξεργασία

  Ετυμολογία Επεξεργασία

κάποιος < μεσαιωνική ελληνική (ὁ)κάποιος < κἄν (<καί + ἄν) + ποῖος

  ΑντωνυμίαΕπεξεργασία

κάποιος - κάποια -κάποιο

  1. δηλώνει αόριστα πρόσωπο, ζώο ή πράγμα που δεν κατονομάζεται ή του οποίου η ακριβής ταυτότητα δεν είναι γνωστή

ΚλίσηΕπεξεργασία

  1. Η αντωνυμία ακολουθεί την κλίση του επιθέτου ωραίος, χωρίς κλητικές.
  2. Στην αιτιατική ενικού του αρσενικού γένους χρησιμοποιείται ο τύπος κάποιον, ιδιαίτερα όταν δεν συνοδεύει κάποιο ουσιαστικό.
  3. Στον προφορικό λόγο κυρίως, χρησιμοποιούνται και οι παράλληλοι τύποι καποιανού, καποιανής για τη γενική ενικού και καποιανών για τη γενική πληθυντικού.

  ΜεταφράσειςΕπεξεργασία