Μακεδονία
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- Μακεδονία < (κληρονομημένο) αρχαία ελληνική Μακεδονία < Μακεδών < μακεδνός[1] (μακρύς, ψηλός) ή Μακέτης / Μακέται + -ών < πρωτοϊνδοευρωπαϊκή *meh₂ḱ- (μακρύς, λεπτός) ή προελληνική [2]
Προφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /ma.ce.ðoˈni.a/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Μα‐κε‐δο‐νί‐α
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΜακεδονία θηλυκό
- ιστορική περιοχή των Βαλκανίων
- (περιφέρεια) γεωγραφικό διαμέρισμα της βόρειας Ελλάδας. Έχει 13 νομούς.
Συγγενικά
επεξεργασίαΣύνθετα
επεξεργασίαΔείτε επίσης
επεξεργασίαΝομοί της Μακεδονίας
επεξεργασίαΜεταφράσεις
επεξεργασία Μακεδονία
Αρχαία ελληνικά (grc)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | ἡ | Μακεδονίᾱ | αἱ | Μακεδονίαι |
γενική | τῆς | Μακεδονίᾱς | τῶν | Μακεδονιῶν |
δοτική | τῇ | Μακεδονίᾳ | ταῖς | Μακεδονίαις |
αιτιατική | τὴν | Μακεδονίᾱν | τὰς | Μακεδονίᾱς |
κλητική ὦ! | Μακεδονίᾱ | Μακεδονίαι | ||
δυϊκός | ||||
ονομ-αιτ-κλ | τὼ | Μακεδονίᾱ | ||
γεν-δοτ | τοῖν | Μακεδονίαιν | ||
1η κλίση, ομάδα 'χώρα', Κατηγορία 'σοφία' όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασία- Μακεδονία < Μακεδών, κυρίως από τον πληθυντικό Μακεδόνες < μακεδνός[1] (μακρύς, ψηλός) ή Μακέτης / Μακέται + -ών < πρωτοϊνδοευρωπαϊκή *meh₂ḱ- (μακρύς, λεπτός) ή προελληνική [2]
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΜακεδονία θηλυκό
- (περιοχή) η περιοχή του βασιλείου της Μακεδονίας, των Μακεδόνων
Άλλες μορφές
επεξεργασίαΣυγγενικά
επεξεργασία- → δείτε τη λέξη Μακεδών
Αναφορές
επεξεργασία- ↑ 1,0 1,1 1,2 1,3 «Μακεδονία» - Μπαμπινιώτης, Γεώργιος (2010). Ετυμολογικό Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας (Β' ανατύπωση. 2009: A' έκδοση). Αθήνα: Κέντρο Λεξικολογίας.
- ↑ 2,0 2,1 Beekes, Robert S. P. (2010) Etymological Dictionary of Greek. [Ετυμολογικό λεξικό της ελληνικής γλώσσας] (στα αγγλικά) με την αρωγή του Lucien van Beek. Leiden: Brill. Τόμοι 1‑2.
- ↑ 3,0 3,1 Hjalmar Frisk, Griechisches Etymologisches Wörterbuch, Χαϊδελβέργη 1970, σελ. 2163, λήμμα: μακεδνός
Πηγές
επεξεργασία- Μακεδονία - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.