Ετυμολογία 1

επεξεργασία
↓ πτώσεις       ενικός      
ονομαστική η Κοζάνη
      γενική της Κοζάνης
    αιτιατική την Κοζάνη
     κλητική Κοζάνη
Κατηγορία όπως «νίκη» - Παράρτημα:Ουσιαστικά
Κοζάνη < μεσαιωνική ελληνική Κοζάνη[1] < πρωτοσλαβική *kožani[1] [2] < *koža[1] (κατσίκα, γιδοτόμαρο)
ή < Κόσδιανη < Gvozdane < гвозд (δάσος) + -јанин / -janin (κάτοικος: «κάτοικοι του δάσους») ή гвозден / gvozden (σίδηρος: μέρος με σίδηρο)[3]

  Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /koˈza.ni/
 
τυπογραφικός συλλαβισμός: Κο‐ζά‐νη

  Κύριο όνομα

επεξεργασία

Κοζάνη θηλυκό, μόνο στον ενικό

Συγγενικά

επεξεργασία

Εκφράσεις

επεξεργασία

Δείτε επίσης

επεξεργασία

  Μεταφράσεις

επεξεργασία

  Ετυμολογία 2

επεξεργασία
Κοζάνη < γενική ενικού του αρσενικού Κοζάνης

  Κύριο όνομα

επεξεργασία

Κοζάνη θηλυκό άκλιτο

Μεταγραφές

επεξεργασία

  Κλιτικός τύπος κυρίου ονόματος

επεξεργασία

Κοζάνη αρσενικό

  Αναφορές

επεξεργασία
  1. 1,0 1,1 1,2 Μπαμπινιώτης, Γεώργιος (2002). Λεξικό της νέας ελληνικής γλώσσας (Βʹ έκδοση). Αθήνα: Κέντρο Λεξικολογίας.  (Αʹ έκδοση: 1998)
  2. Πβ. σερβοκροατικά ко̏жа / kȍža
  3. https://smerdaleos.wordpress.com.