παμμακεδονικός
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- παμμακεδονικός < παν- + μακεδονικός
Επίθετο
επεξεργασίαπαμμακεδονικός
- ο σχετικός με ολόκληρη την Μακεδονία, ή με όλα τα μέρη της Μακεδονίας
Μεταφράσεις
επεξεργασία παμμακεδονικός
|