Κατηγορία:Καθαρεύουσα
Γλώσσα: Νέα ελληνικά - Καθαρεύουσα » επιλέξτε είδος κατηγορίας |
καθαρεύουσα
μοντέλα μορφοποίησης:
Πρότυπα:
Ελληνιστικές λέξεις που έχουν ειδική σημασία στην καθαρεύουσα
Μεσαιωνικές λέξεις που έχουν ειδική σημασία στην καθαρεύουσα
Νεοελληνικές λόγιες λέξεις που συμπίπτουν με την καθαρεύουσα:
Αναφέρουμε κάπου μια λέξη της καθαρεύουσας:
|
Κατηγορία για λέξεις που δημιούργησε η καθαρεύουσα.
Για χρήσεις λέξεων που προϋπήρχαν σε παλιότερες περιόδους, με ειδικές παρατηρήσεις, δείτε τις Κατηγορίες
- ↑ Υπαγόμενος τομέας Κατηγορία:Καθαρεύουσα με δικές της Κατηγορίες και index. Βικιλεξικό:Βικιδημία/2021#3_υπαγόμενες_γλώσσες_με_ιδιαίτερο_ρόλο
Υποκατηγορίες
Αυτή η κατηγορία έχει τις ακόλουθες 15 υποκατηγορίες, από 15 συνολικά.
Σελίδες στην κατηγορία "Καθαρεύουσα"
Αυτή η κατηγορία περιέχει τις ακόλουθες 200 σελίδες, από 1.880 συνολικά.
(προηγούμενη σελίδα) (επόμενη σελίδα)Α
- ἀβικίνιον
- ἀγαλματίδιον
- ἁγιοποίησις
- ἁγνείας πεῖρα
- ἀγοραῖον
- ἀγρανάπαυσις
- ἀγροτεμάχιον
- ἀγυιά
- ἀγυιόπαις
- ἀδαμαντωρυχεῖον
- ἀδασμολογήτως
- ἀδελεάστως
- ἀδελφικότης
- ἀδεξιότης
- ἀδεξίως
- ἀδεσμεύτως
- ἀδιαμοιράστως
- ἀδιαμφισβητήτως
- ἀδιασείστως
- ἀδιαταράκτως
- ἀδιαφημίστως
- ἀδιαφιλονικήτως
- ἀδιερευνήτως
- ἀδικαιολογήτως
- ἀδιοικήτως
- ἀδιοράτως
- ἀδρανοποίησις
- ἁδρομίσθως
- ἀεραιμοκτονία
- ἀεριωθούμενον
- ἀεροβόλον
- ἀεροδρόμιον
- ἀερολιμήν
- ἀερόστατον
- ἀϊεϊαουουοϊουϊσμός
- αἱματόρροια
- ἀκτινίς
- ἀλγεριακός
- ἀλεξιβρόχιον
- ἀλλούβιον
- ἀμαρυλλίς
- ἀμερικανόπαις
- ἀμερολήπτως
- ἀμπελοκτήμων
- ἀναδιάταξις
- ἀνανταπάντητος
- ἀνανταπόδεικτος
- ἀναπνοσκόπιον
- ἀναπτέρωσις
- ἀναρρίπισις
- ἀναρρωτήριον
- ἀναστύλωσις
- ἀνελκυστήρ
- ἀνεμιστήρ
- ἀνεμολόγιον
- ἀνεμόπτερον
- ἀνεξακριβώτως
- ἀνεξαρτητοποίησις
- ἀνεξερευνήτως
- ἀνεξηγήτως
- ἀνεξιθρήσκως
- ἀνεξιτήλως
- ἀνεξόδως
- ἀνεξοφλήτως
- ἀνεορτάστως
- ἀνεπαγγέλτως
- ἀνεπαναλήπτως
- ἀνεπανορθώτως
- ἀνεπεξεργάστως
- ἀνεπιβεβαιώτως
- ἀνεπιδότως
- ἀνεπικαίρως
- ἀνεπιτηρήτως
- ἀνεπιφυλάκτως
- ἀνεφαρμόστως
- ἀνεφοδιάστως
- ἀνηθικότης
- ἀνηθίκως
- ἀνηλικότης
- ανθοκομία
- ἀνισορρόπως
- ἀνισχύρως
- ἀνομοιομόρφως
- ἀνορθογράφως
- ἀνορθοδόξως
- ἀνοσοποίησις
- ἀνοχυρώτως
- ἀνταγωνιστικότης
- ἀντανακλαστικῶς
- ἀνταξίως
- ἀνταπαίτησις
- ἀνταπάντησις
- ἀντέγγραφον
- ἀντέγκλησις
- ἀντεκδίκησις
- ἀντέκθεσις
- ἀντένστασις
- ἀντεπανάστασις
- ἀντίβαρον
- ἀντιβρόχιον
- ἀντικειμενικότης
- ἀντικειμενοποίησις
- ἀντικυκλών
- ἀντιμετώπισις
- ἀντιξοότης
- ἀντιπολίτευσις
- ἀντιπροσώπευσις
- ἀντιρρόπησις
- ἀντίσκηνον
- ἀντιστήριξις
- ἀντίστιξις
- ἀντιστοίχησις
- ἀντισφαίρισις
- ἀντισχέδιον
- ἀντιτορπιλλικόν
- ἀντιφατικότης
- ἀντώνυμον
- ἀνυπομόνως
- ἀνυψωτήρ
- ἀνωριμότης
- ἄνωσις
- ἀνωτερότης
- ἀξιοκατακρίτως
- ἀξιολόγησις
- ἀξιοποίησις
- ἀοριστολογικῶς
- ἀουστριακός
- ἀπαθλίωσις
- ἀπαιτητικότης
- ἀπανθράκωσις
- ἅπαξ λεγόμενον
- ἀπαρενθέτως
- ἀπαρενοχλήτως
- ἀπαρεξηγήτως
- ἀπασβέστωσις
- ἀπεικόνισις
- ἀπέκκρισις
- ἄπελπις
- ἀπεξάρθρωσις
- ἀπεξάρτησις
- ἀπευαισθητοποίησις
- ἀπήμαντος
- ἀπιθανότης
- ἀπίσχνανσις
- ἀπλέτως
- ἁπλογραφικῶς
- ἁπλοελληνικῶς
- ἁπλοποίησις
- ἁπλούστευσις
- ἀπόβαρον
- ἀποβίβασις
- ἀποβλάκωσις
- ἀποβλακωτικῶς
- ἀποβορβόρωσις
- ἀποβουτύρωσις
- ἀπογείωσις
- ἀπογοήτευσις
- ἀπογοητευτικῶς
- ἀποδελτίωσις
- ἀποδέσμευσις
- ἀποδιάρθρωσις
- ἀποδιοργάνωσις
- ἀποδοτικότης
- ἀποδυνάμωσις
- ἀποζημίωσις
- ἀποθαλάσσωσις
- ἀποθάρρυνσις
- ἀποθαρρύνω
- ἀποθεματικόν
- ἀποθήκευσις
- ἀποθησαύρισις
- ἀποθράσυνσις
- ἀποκαρδίωσις
- ἀποκέντρωσις
- ἀποκλιμάκωσις
- ἀποκόλλησις
- ἀποκρυπτογράφησις
- ἀποκρυστάλλωσις
- ἀπολάκτισις
- ἀπολέπισις
- ἀπολίπανσις
- ἀπολύμανσις
- ἀπολυμαντήριον
- ἀπολυτότης
- ἀπομάκρυνσις
- ἀπομόνωσις
- ἀπομονωτήριον
- ἀπομύζησις
- ἀπομυζητήρ
- ἀπομυθοποίησις
- ἀπονάρκωσις
- ἀπονεύρωσις
- ἀπόνιψις
- ἀποξήρανσις
- ἀπόπλυσις
- ἀποπνευμάτωσις
- ἀπόπτυσις
- ἀποπωμάτισις
- ἀπορρόφησις
- ἀπορροφητικότης