πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η τύρφη οι τύρφες
      γενική της τύρφης των τυρφών
    αιτιατική την τύρφη τις τύρφες
     κλητική τύρφη τύρφες
Κατηγορία όπως «νίκη» - Παράρτημα:Ουσιαστικά
Τύρφη

Ετυμολογία

επεξεργασία

Ουσιαστικό

επεξεργασία

τύρφη θηλυκό

Συγγενικά

επεξεργασία

Συνώνυμα

επεξεργασία

Δείτε επίσης

επεξεργασία

Μεταφράσεις

επεξεργασία

Αναφορές

επεξεργασία
  1. τύρφη - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
  2. τύρφη - Χαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών. (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)