τυρφώνας
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | ο | τυρφώνας | οι | τυρφώνες |
γενική | του | τυρφώνα | των | τυρφώνων |
αιτιατική | τον | τυρφώνα | τους | τυρφώνες |
κλητική | τυρφώνα | τυρφώνες | ||
Κατηγορία όπως «αγώνας» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία επεξεργασία
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /tiɾˈfo.nas/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : τυρ‐φώ‐νας
Ουσιαστικό επεξεργασία
τυρφώνας αρσενικό
Δείτε επίσης επεξεργασία
Μεταφράσεις επεξεργασία
τυρφώνας
|