Νέα ελληνικά (el)Επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το τσαμπί τα τσαμπιά
      γενική του τσαμπιού των τσαμπιών
    αιτιατική το τσαμπί τα τσαμπιά
     κλητική τσαμπί τσαμπιά
Οι καταλήξεις -ιού, -ιά, -ιών προφέρονται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «παιδί» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία Επεξεργασία

τσαμπί < (κληρονομημένο) μεσαιωνική ελληνική τσαμπί < βενετική zambin, υποκοριστικό του zamba (κνήμη ζώου)[1]

  ΟυσιαστικόΕπεξεργασία

τσαμπί ουδέτερο

  1. (βοτανική) ο μίσχος (κοτσάνι) αμπέλου με τις ρώγες σταφυλιών
    ένα τσαμπί σταφυλιών μπορεί να φέρει από 8 μέχρι και περισσότερες από 300 ρώγες, αν δεν έχει βληθεί από καιρικά φαινόμενα και ασθένειες
     συνώνυμα: βότρυς
  2. (κατʼ επέκταση) ο μίσχος (κοτσάνι) φυτού που φέρει σε συμπτυγμένη διάταξη καρπούς κι άλλων φυτών (μπανάνα]]ς κ.λπ.)
  3. (μεταφορικά) για δήλωση συνωστισμού και πολυκοσμίας

Συγγενικές λέξειςΕπεξεργασία

Δείτε επίσηςΕπεξεργασία

  ΜεταφράσειςΕπεξεργασία

  ΑναφορέςΕπεξεργασία