Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
πολυκοσμία
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
η
πολυκοσμί
α
οι
πολυκοσμί
ες
γενική
της
πολυκοσμί
ας
των
πολυκοσμι
ών
αιτιατική
την
πολυκοσμί
α
τις
πολυκοσμί
ες
κλητική
πολυκοσμί
α
πολυκοσμί
ες
Κατηγορία
όπως «
σοφία
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
πολυκοσμία
<
→
λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό
επεξεργασία
πολυκοσμία
θηλυκό
η ύπαρξη στο ίδιο μέρος μεγάλου
πλήθους
ανθρώπων
Μεταφράσεις
επεξεργασία
πολυκοσμία
γαλλικά
:
affluence
(fr)
,
foule
(fr)