Ετυμολογία

επεξεργασία

πλησιάζω, αόρ.: πλησίασα, παθ.φωνή: πλησιάζομαι, π.αόρ.: πλησιάστηκα

  1. φέρνω κάτι κοντά σε κάτι άλλο
      Πρέπει να πλησιάσεις περισσότερο το κρεββάτι στον τοίχο.
     αντώνυμα: απομακρύνω
  2. πηγαίνω κοντά σε κάποιον
      Μη με πλησιάζεις!
     συνώνυμα: προσεγγίζω
     αντώνυμα: απομακρύνομαι
  3. (για πρόσωπα) προσπαθώ να κερδίσω την εύνοια κάποιου
      Με πλησίασαν για να με δωροδοκήσουν.
  4. (για πρόσωπα) προσεγγίζω με ερωτικό τρόπο ή με ερωτικούς σκοπούς
      Έχουμε πλησιάσει πολύ μεταξύ μας.
  5. προσεγγίζω κάτι χρονικά, κοντεύω να κάνω κάτι
      Το δίωρο της εκπομπής μας πλησιάζει στο τέλος του.

Συγγενικά

επεξεργασία

Μεταφράσεις

επεξεργασία



Ετυμολογία

επεξεργασία
πλησιάζω < πλησί(ος) + -άζω

πλησιάζω

  1. φέρνω κοντά
  2. (στην παθητική φωνή) πλησιάζω, έρχομαι κοντά
  3. (αμετάβατο) είμαι κοντά
      1ος πκε αιώνας Διόδωρος Σικελιώτης, Βιβλιοθήκη Ἱστορική, 3, 29.5 @scaife.perseus
    ὅταν γὰρ πλησιάζῃ τὸ γῆρας, ἐμφύονται τοῖς σώμασι πτερωτοὶ φθεῖρες οὐ μόνον διάφοροι τοῖς εἴδεσιν, ἀλλὰ καὶ ταῖς ἰδέαις ἄγριοι καὶ παντελῶς εἰδεχθεῖς.
  4. (+ δοτική) πλησιάζω, οδηγώ κοντά σε
      5ος/4ος πκε αιώνας Πλάτων, Κρίτων, 53c
    πλησιάσεις τούτοις καὶ ἀναισχυντήσεις διαλεγόμενος — τίνας λόγους, ὦ Σώκρατες; ἢ οὕσπερ ἐνθάδε, ὡς ἡ ἀρετὴ καὶ ἡ δικαιοσύνη πλείστου ἄξιον τοῖς ἀνθρώποις καὶ τὰ νόμιμα καὶ οἱ νόμοι;
    Ή θα τους πλησιάσεις και χωρίς να ντρέπεσαι θα συζητάς μαζί τους, για να τους λες τί, Σωκράτη; Μήπως τα ίδια λόγια που έλεγες και δω, ότι η αρετή και η δικαιοσύνη και η νομιμότητα και οι νόμοι είναι τα πιο πολύτιμα πράγματα για τον άνθρωπο;
    Μετάφραση (1977): Βασίλης Τόγιας. Αθήνα: ΟΕΔΒ. @greeklanguage.gr
  5. (+ δοτική) συναναστρέφομαι με, συναντώ, ανταμώνω
      5ος/4ος πκε αιώνας Πλάτων, Θεαίτητος, 144a @scaife.perseus
    εὖ γὰρ ἴσθι ὅτι ὧν δὴ πώποτε ἐνέτυχον —καὶ πάνυ πολλοῖς πεπλησίακα—οὐδένα πω ᾐσθόμην οὕτω θαυμαστῶς εὖ πεφυκότα.
      5ος πκε αιώνας Σοφοκλῆς, Οἰδίπους Τύραννος, στίχ. 1136 (1133-1137)
    εὖ γὰρ οἶδ᾽ ὅτι | κάτοιδεν ἦμος τὸν Κιθαιρῶνος τόπον | ὃ μὲν διπλοῖσι ποιμνίοις, ἐγὼ δ᾽ ἑνὶ | ἐπλησίαζον τῷδε τἀνδρὶ τρεῖς ὅλους | ἐξ ἦρος εἰς ἀρκτοῦρον ἑκμήνους χρόνους·
    Ξέρω καλά πως | δε λησμόνησε πως κάποτε στον Κιθαιρώνα, | αυτός με δυο κοπάδια και μ᾽ ένα εγώ, | απανωτούς τρεις χρόνους ανταμώναμε. | Από την άνοιξη μέχρι τα πρωτοβρόχια· γεμάτους έξι μήνες.
    Μετάφραση (2000): Κ. Χ. Μύρης, Αθήνα: ΟΕΔΒ @greeklanguage.gr
  6. (+ δοτική) (για ανθρώπους και ζώα) συνουσιάζομαι
      4ος πκε αιώνας Ἀριστοτέλης, Τῶν περὶ τὰ ζῷα ἱστοριῶν, 6, 29 @scaife.perseus
    Μεταλλάττει δ’ ὁ ἄρρην καὶ οὐ πρὸς μιᾷ διατρίβει, ἀλλὰ διαλιπὼν βραχὺν χρόνον πλησιάζει ἄλλαις.
    ΣτΕ: Ο Αριστοτέλης αναφέρεται στον τρόπο ζευγαρώματος των ελαφιών.

Άλλες μορφές

επεξεργασία

Συγγενικά

επεξεργασία