πλησιέστερος
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- πλησιέστερος < ελληνιστική κοινή πλησιέστερος[1] [2] [3] < αρχαία ελληνική πλησίος < πέλας ((σημασιολογικό δάνειο) γαλλική le plus proche[2] [3])
Επίθετο επεξεργασία
πλησιέστερος, -η, -ο
Συγγενικά επεξεργασία
- πλησιέστερα
- → δείτε τη λέξη πλησίον
Δείτε επίσης επεξεργασία
Μεταφράσεις επεξεργασία
πλησιέστερος
- ↑ πλησιέστερος - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.
- ↑ 2,0 2,1 πλησιέστερος - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
- ↑ 3,0 3,1 πλησιέστερος - Χαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών. (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)