πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η αντιπαράθεση οι αντιπαραθέσεις
      γενική της αντιπαράθεσης* των αντιπαραθέσεων
    αιτιατική την αντιπαράθεση τις αντιπαραθέσεις
     κλητική αντιπαράθεση αντιπαραθέσεις
* παλιότερος λόγιος τύπος, αντιπαραθέσεως
Κατηγορία όπως «δύναμη» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

επεξεργασία
ΔΦΑ : /an.di.paˈɾa.θe.si/
τυπογραφικός συλλαβισμός: αντιπαράθεση

Ουσιαστικό

επεξεργασία