-σχιδής
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | |||||
---|---|---|---|---|---|---|
γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
ονομαστική | ο | -σχιδής | η | -σχιδής | το | -σχιδές |
γενική | του | -σχιδούς* | της | -σχιδούς | του | -σχιδούς |
αιτιατική | τον | -σχιδή | τη(ν) | -σχιδή | το | -σχιδές |
κλητική | -σχιδή(ς) | -σχιδής | -σχιδές | |||
↓ πτώσεις | πληθυντικός | |||||
γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
ονομαστική | οι | -σχιδείς | οι | -σχιδείς | τα | -σχιδή |
γενική | των | -σχιδών | των | -σχιδών | των | -σχιδών |
αιτιατική | τους | -σχιδείς | τις | -σχιδείς | τα | -σχιδή |
κλητική | -σχιδείς | -σχιδείς | -σχιδή | |||
* Και προφορικός τύπος σε -ή στη γενική ενικού αρσενικού, ή και θηλυκού | ||||||
Κατηγορία όπως «συνεχής» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές |
Ετυμολογία
επεξεργασία- -σχιδής < (διαχρονικό δάνειο) αρχαία ελληνική -σχιδής όπως υπάρχει σε αρχαίες λέξεις
Επίθημα
επεξεργασία-σχιδής, -ής, -ές
- δεύτερο συνθετικό επιθέτων που δηλώνει χωρισμό με τομές σε μέρη ή σκίσιμο στο σημείο ή με τον τρόπο που δηλώνεται στο πρώτο συνθετικό
- δισχιδής (που χωρίζει στα δύο) < αρχαία ελληνική δισχιδής
- πολυσχιδής < αρχαία ελληνική πολυσχιδής
Ετυμολογία
επεξεργασία- -σχιδής < (διαχρονικό δάνειο) αρχαία ελληνική -σχιδής
Επίθημα
επεξεργασία-σχιδής, -ής, -ές
Αρχαία ελληνικά (grc)
επεξεργασία→ γένη | αρσενικό & θηλυκό | ουδέτερο | ||||
↓ πτώσεις | ενικός | |||||
---|---|---|---|---|---|---|
ονομαστική | ὁ/ἡ | -σχιδής | τὸ | -σχιδές | ||
γενική | τοῦ/τῆς | -σχιδοῦς | τοῦ | -σχιδοῦς | ||
δοτική | τῷ/τῇ | -σχιδεῖ | τῷ | -σχιδεῖ | ||
αιτιατική | τὸν/τὴν | -σχιδῆ | τὸ | -σχιδές | ||
κλητική ὦ! | -σχιδές | -σχιδές | ||||
↓ πτώσεις | πληθυντικός | |||||
ονομαστική | οἱ/αἱ | -σχιδεῖς | τὰ | -σχιδῆ | ||
γενική | τῶν | -σχιδῶν | τῶν | -σχιδῶν | ||
δοτική | τοῖς/ταῖς | -σχιδέσῐ(ν) | τοῖς | -σχιδέσῐ(ν) | ||
αιτιατική | τοὺς/τὰς | -σχιδεῖς | τὰ | -σχιδῆ | ||
κλητική ὦ! | -σχιδεῖς | -σχιδῆ | ||||
δυϊκός | ||||||
ονομ-αιτ-κλ | τὼ | -σχιδεῖ | τὼ | -σχιδεῖ | ||
γεν-δοτ | τοῖν | -σχιδοῖν | τοῖν | -σχιδοῖν | ||
3η κλίση, Κατηγορία 'συνεχής' όπως «συνεχής» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές |
Ετυμολογία
επεξεργασίαΕπίθημα
επεξεργασία-σχιδής, -ής, -ές
- όπως -σχιδής
Σύνθετα
επεξεργασία- Αρχαίες ελληνικές λέξεις με επίθημα -σχιδής στο Βικιλεξικό
- Λέξεις -σχιδής @perseus.tufts.edu Greek Dictionary Headword Search, Πανεπιστήμιο Tufts