σχόλιο
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | το | σχόλιο | τα | σχόλια |
γενική | του | σχολίου & σχόλιου |
των | σχολίων |
αιτιατική | το | σχόλιο | τα | σχόλια |
κλητική | σχόλιο | σχόλια | ||
Κατηγορία όπως «πρόσωπο» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασία- σχόλιο < (διαχρονικό δάνειο) ελληνιστική κοινή σχόλιον
Προφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /ˈsxo.li.o/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : σχό‐λι‐ο
- τονικό παρώνυμο: σχολείο
Ουσιαστικό
επεξεργασίασχόλιο ουδέτερο
- παρατήρηση σχετική με ένα θέμα, διατύπωση μιας άποψης με τρόπο συνήθως σύντομο και όχι ολοκληρωμένο
- επικριτική παρατήρηση
- υποσημείωση σε κείμενο
- (φιλολογία) ερμηνευτική σημείωση σε αρχαίο κείμενο
- → δείτε τους όρους υπομνηματισμός, γλώσσα, glossa, Sch. και κριτική κειμένου
- (προγραμματισμός) οι επεξηγήσεις, παρατηρήσεις, διευκρινήσεις που γράφονται σε πηγαίο κώδικα, με ειδικούς συμβολισμούς, ώστε να διευκολύνεται η κατανόηση του κώδικα. Δεν συμπεριλαμβάνονται στον εκτελέσιμο κώδικα σε αντίθεση με τα docstring.
- ⮡ Στον κώδικα των σελίδων του βικιλεξικού τα σχόλια τοποθετούνται ανάμεσα στα σύμβολα
. Το σχόλιο
αγνοείται και δεν απεικονίζεται μετά την δημοσίευση της σελίδας.
- δείτε επίσης: comment out, σχόλιο (προγραμματισμός) στη Βικιπαίδεια
- ⮡ Στον κώδικα των σελίδων του βικιλεξικού τα σχόλια τοποθετούνται ανάμεσα στα σύμβολα
Συγγενικά
επεξεργασίαΜεταφράσεις
επεξεργασία (γενικά)
- → και δείτε τη λέξη υποσημείωση