commentaire
Γαλλικά (fr) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- commentaire < λατινική commentarius
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /kɔ.mɑ̃.tɛʁ/
- ⓘ
Ουσιαστικό επεξεργασία
ενικός | πληθυντικός |
commentaire | commentaires |
commentaire (fr) αρσενικό
- το σχόλιο
ενικός | πληθυντικός |
commentaire | commentaires |
commentaire (fr) αρσενικό