↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η στρωματογραφία οι στρωματογραφίες
      γενική της στρωματογραφίας των στρωματογραφιών
    αιτιατική τη στρωματογραφία τις στρωματογραφίες
     κλητική στρωματογραφία στρωματογραφίες
Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
στρωματογραφία < στρώμα + -ο- + -γραφία (μεταφραστικό δάνειο από τη γαλλική stratigraphie ή μεταφραστικό δάνειο από την αγγλική stratigraphy)

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

στρωματογραφία θηλυκό

  1. (γεωλογία) κλάδος της γεωλογίας που μελετά τα στρώματα των πετρωμάτων της γης και ασχολείται με την περιγραφή, την ταξινόμηση και τη χρονική αλληλουχία των στρωμάτων αυτών, παρέχοντας έτσι πληροφορίες για την ιστορία της γης και τις διαδικασίες που την έχουν διαμορφώσει
  2. (αρχαιολογία) η μελέτη της διαστρωμάτωσης των αρχαιολογικών καταλοίπων, για τον καθορισμό της χρονολογίας των αρχαιολογικών ευρημάτων
  3. (μεταφορικά) ο καθορισμός και η μελέτη κοινωνικών, πολιτισμικών ή άλλων υποομάδων με κοινά χαρακτηριστικά

Συγγενικά

επεξεργασία

Δείτε επίσης

επεξεργασία

  Μεταφράσεις

επεξεργασία