μαγνητοστρωματογραφία
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- μαγνητοστρωματογραφία < μαγνήτης + -ο- + στρωματογραφία (μεταφραστικό δάνειο από την αγγλική magnetostratigraphy)
Ουσιαστικό
επεξεργασίαμαγνητοστρωματογραφία θηλυκό
- (γεωλογία) κλάδος της στρωματογραφίας που χρησιμοποιεί τις μαγνητικές ιδιότητες των πετρωμάτων, για να καθορίσει τη χρονολόγηση και τη συσχέτιση των γεωλογικών στρωμάτων
Δείτε επίσης
επεξεργασία- Magnetostratigraphy στην αγγλική Βικιπαίδεια
Μεταφράσεις
επεξεργασία μαγνητοστρωματογραφία
Πηγές
επεξεργασία- μαγνητοστρωματογραφία - Αναστασιάδη - Συμεωνίδη, Άννα (2003). Αντίστροφο λεξικό της νέας ελληνικής. Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών. Ίδρυμα Μανόλη Τριανταφυλλίδη. (συντομογραφίες)