πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το σαξόφωνο τα σαξόφωνα
      γενική του σαξόφωνου
& σαξοφώνου
των σαξόφωνων
& σαξοφώνων
    αιτιατική το σαξόφωνο τα σαξόφωνα
     κλητική σαξόφωνο σαξόφωνα
Οι δεύτεροι τύποι, παλιότεροι, λόγιοι.
Κατηγορία όπως «βούτυρο» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

επεξεργασία

Ουσιαστικό

επεξεργασία
ένα σαξόφωνο άλτο

σαξόφωνο ουδέτερο

Συγγενικά

επεξεργασία

Δείτε επίσης

επεξεργασία

Μεταφράσεις

επεξεργασία