Άνοιγμα κυρίου μενού
Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Είσοδος
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
πτωτικός
Διαβάστε σε άλλη γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Ελληνικά (el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Επίθετο
1.2.1
Μεταφράσεις
Ελληνικά (el)
Επεξεργασία
Η σελίδα αυτή χρειάζεται επέκταση. Βοηθήστε το Βικιλεξικό
επεκτείνοντάς την
!
πτώση
ενικός
ονομαστική
πτωτικ
ός
πτωτικ
ή
πτωτικ
ό
γενική
πτωτικ
ού
πτωτικ
ής
πτωτικ
ού
αιτιατική
πτωτικ
ό
πτωτικ
ή
πτωτικ
ό
κλητική
πτωτικ
έ
πτωτικ
ή
πτωτικ
ό
πτώση
πληθυντικός
ονομαστική
πτωτικ
οί
πτωτικ
ές
πτωτικ
ά
γενική
πτωτικ
ών
πτωτικ
ών
πτωτικ
ών
αιτιατική
πτωτικ
ούς
πτωτικ
ές
πτωτικ
ά
κλητική
πτωτικ
οί
πτωτικ
ές
πτωτικ
ά
Ετυμολογία
Επεξεργασία
πτωτικός
<
αρχαία ελληνική
πτωτικός
Επίθετο
Επεξεργασία
πτωτικός
→ λείπει ο ορισμός (ή οι ορισμοί)
Μεταφράσεις
Επεξεργασία
πτωτικός
αγγλικά
:
falling
(en)
,
descending
(en)