πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το ανεμόπτερο τα ανεμόπτερα
      γενική του ανεμόπτερου
& ανεμοπτέρου
των ανεμόπτερων
& ανεμοπτέρων
    αιτιατική το ανεμόπτερο τα ανεμόπτερα
     κλητική ανεμόπτερο ανεμόπτερα
Οι δεύτεροι τύποι, παλιότεροι, λόγιοι.
Κατηγορία όπως «βούτυρο» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

επεξεργασία
ΔΦΑ : /a.neˈmo.pte.ɾo/
τυπογραφικός συλλαβισμός: ανεμόπτερο

Ουσιαστικό

επεξεργασία

ανεμόπτερο ουδέτερο

Συνώνυμα

επεξεργασία

Μεταφράσεις

επεξεργασία