Δείτε επίσης: ἀναπληρωματικός
 πτώσεις       ενικός      
γένη  αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο αναπληρωματικός η αναπληρωματική το αναπληρωματικό
      γενική του αναπληρωματικού της αναπληρωματικής του αναπληρωματικού
    αιτιατική τον αναπληρωματικό την αναπληρωματική το αναπληρωματικό
     κλητική αναπληρωματικέ αναπληρωματική αναπληρωματικό
 πτώσεις   πληθυντικός  
γένη  αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι αναπληρωματικοί οι αναπληρωματικές τα αναπληρωματικά
      γενική των αναπληρωματικών των αναπληρωματικών των αναπληρωματικών
    αιτιατική τους αναπληρωματικούς τις αναπληρωματικές τα αναπληρωματικά
     κλητική αναπληρωματικοί αναπληρωματικές αναπληρωματικά
Κατηγορία όπως «καλός» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

Ετυμολογία

επεξεργασία
ΔΦΑ : /a.na.pli.ɾo.ma.tiˈkos/
τυπογραφικός συλλαβισμός: αναπληρωματικός

αναπληρωματικός, -ή, -ό

Άλλες μορφές

επεξεργασία

Συγγενικά

επεξεργασία

Μεταφράσεις

επεξεργασία

Αναφορές

επεξεργασία