ακτινίδες
Ελληνικά (el) Επεξεργασία
Ετυμολογία Επεξεργασία
- ακτινίδες < ακτίνιο, το πρώτο στοιχείο της ομάδας
ΟυσιαστικόΕπεξεργασία
↓ πτώσεις | πληθυντικός | |||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | οι | ακτινίδες | ||
γενική | των | ακτινίδων | ||
αιτιατική | τις | ακτινίδες | ||
κλητική | ακτινίδες | |||
όπως «ελπίδα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
ακτινίδες θηλυκό στον πληθυντικό
- (χημεία) σειρά 15 χημικών στοιχείων με ατομικούς αριθμούς από 89 έως 103
Λίστα ακτινίδων:Επεξεργασία
- ακτίνιο
- θόριο
- πρωτακτίνιο
- ουράνιο
- ποσειδώνιο
- πλουτώνιο
- αμερίκιο
- κιούριο
- μπερκέλιο
- καλιφόρνιο
- αϊνσταΐνιο
- φέρμιο
- μεντελέβιο
- νομπέλιο
- λωρένσιο