λανθανίδες
Παρακαλούμε συμπληρώστε, τεκμηριώστε το λήμμα και βγάλτε αυτή την ετικέτα εάν θεωρείτε ότι το λήμμα ανταποκρίνεται στα κριτήρια του Βικιλεξικού. |
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- λανθανίδες < (διαχρονικό δάνειο) καθαρεύουσα λανθανίδες, πληθυντικός αριθμός του λανθανίς < λανθάν(ιον) + -ίς (κοινή: -ίδα), μεταφραστικό δάνειο από την αγγλική lanthanides, lanthanide, lanthanoid (λέξη του 1925)> lanthanum (λανθάνιο)
Ουσιαστικό
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | η | λανθανίδα | οι | λανθανίδες |
γενική | της | λανθανίδας | των | λανθανίδων |
αιτιατική | τη | λανθανίδα | τις | λανθανίδες |
κλητική | λανθανίδα | λανθανίδες | ||
Συνήθως στον πληθυντικό. | ||||
Κατηγορία όπως «ελπίδα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
λανθανίδες θηλυκό στον πληθυντικό
- (χημεία) πληθυντικός αριθμός του λανθανίδα: σειρά 15 χημικών στοιχείων με ατομικούς αριθμούς από 57 έως 71
Συνώνυμα
επεξεργασίαΚατάλογος των λανθανίδων
επεξεργασίαΔείτε επίσης
επεξεργασίαΜεταφράσεις
επεξεργασία λανθανίδες
Ουσιαστικό
επεξεργασίακαθαρεύουσα (κατά την αρχαία κλίση) | ||||||||
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||||||
---|---|---|---|---|---|---|---|---|
ονομαστική | ἡ | λανθανίς | αἱ | λανθανίδες | ||||
γενική | τῆς | λανθανίδος | τῶν | λανθανίδων | ||||
δοτική | τῇ | λανθανίδι | ταῖς | λανθανίσι(ν) | ||||
αιτιατική | τὴν | λανθανίδα | τὰς | λανθανίδας | ||||
κλητική ὦ! | λανθανίς* | λανθανίδες | ||||||
Με βραχύ γιώτα στο θέμα -ίς -ίδος. * Κατά τη Γραμματική του Smyth, η κλητική ενικού χωρίς το -ς Συνήθως στον πληθυντικό. | ||||||||
3η κλίση, Κατηγορία 'πατρίς' όπως «πατρίς» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
λανθανίδες θηλυκό στον πληθυντικό (καθαρεύουσα)
- (χημεία) πληθυντικός αριθμός του λανθανίς: οι λανθανίδες
- ※ ὅλα τὰ πέραν τοῦ ἀκτινίου στοιχεῖα, ἀνήκουν εἰς τὴν ὁμάδα τῶν ἀκτινιδῶν (κατ' ἀναλογίαν πρὸς τὰς λανθανίδας)
- από άρθρο στα Χημικά Χρονικά, Οικονομοτεχνικό Επαγγελματικόν και Ειδησεογραφικό Δελτίον, Τόμος 24Β, Ιούλιος 1959, Αριθμός 7 pdf@jupiter.chem.uoa.gr
- ※ ὅλα τὰ πέραν τοῦ ἀκτινίου στοιχεῖα, ἀνήκουν εἰς τὴν ὁμάδα τῶν ἀκτινιδῶν (κατ' ἀναλογίαν πρὸς τὰς λανθανίδας)
Σημειώσεις
επεξεργασία- Τα παλιά ελληνικά λεξικά συνήθως δεν έχουν το λήμμα, καθώς η λέξη δεν υπήρχε όταν γράφτηκαν
- Μερικές φορές, σε κείμενα, γραφή με -ῖδαι (*λανθανῖδαι) λόγω σύγχυσης με τα πρωτόκλιτα αρσενικά ουσιαστικά σε -ίδης, όπως είναι πολλοί ταξινομικοί όροι της ζωολογίας