put up
Παρακαλούμε συμπληρώστε, τεκμηριώστε το λήμμα και βγάλτε αυτή την ετικέτα εάν θεωρείτε ότι το λήμμα ανταποκρίνεται στα κριτήρια του Βικιλεξικού. Το αντικείμενο στις σημασίες 1-5 μπορεί να μπει πριν ή μετά το μόριο out. Εάν όμως είναι αντωνυμία, πρέπει να μπει πριν. Στη σημασία 6 το αντικείμενο πρέπει να μπει μετά το μόριο.‑‑Sarri.greek ♫ | 16:30, 25 Οκτωβρίου 2022 (UTC). |
Αγγλικά (en)
επεξεργασίαενεστώτας | put up |
γ΄ ενικό ενεστώτα | puts up |
αόριστος | put up |
παθητική μετοχή | put up |
ενεργητική μετοχή | putting up |
Ετυμολογία
επεξεργασίαΡήμα
επεξεργασίαput up (en)
- (μεταβατικό, ιδιωματισμός) παρουσιάζω, προβάλλω αντίσταση, δείχνω ένα συγκεκριμένο επίπεδο δεξιοτήτων, αποφασιστικότητας κτλ. σε έναν αγώνα ή διαγωνισμό
- ↪ they put up resistance - παρουσίασαν/πρόβαλαν αντίσταση
- ≈ συνώνυμα: present, → και δείτε τον όρο put up a fight
- ↪ they put up resistance - παρουσίασαν/πρόβαλαν αντίσταση
- προτείνω μια ιδέα κτλ. για να συζητήσουν οι άλλοι
- (μεταβατικό) τοποθετώ, βάζω σε ψηλότερη θέση
- (μεταβατικό) κρεμάω, αναρτώ
- (μεταβατικό, ιδιωματισμός) (+to) σπρώχνω κάποιον να κάνει κάτι
- (μεταβατικό, ιδιωματισμός) βάζω κάτι στη θέση του για να το χρησιμοποιήσω αργότερα
- (μεταβατικό, ιδιωματισμός) φιλοξενώ, τακτοποιώ
Συγγενικά
επεξεργασίαΠηγές
επεξεργασία- put up - Oxford Learner's Dictionaries
- Stavropoulos, D N (2008). Stavropoulos, G N. ed. Oxford Greek-English Learner's Dictionary (Revised έκδοση). Oxford: Oxford University Press. σελ. 753. ISBN 9780194325684., λήμμα: προτείνω