up (en) (χωρίς παραθετικά)

Επίρρημα

επεξεργασία

up (en) (χωρίς παραθετικά)

  1. πάνω, ψηλά, προς ή σε υψηλότερη θέση
    παράδειγμα  Who is up there?
    Ποιος είναι εκεί πάνω;
    παράδειγμα  Your mom said you were up here.
    Η μαμά σου είπε ότι ήσουν εδώ πάνω.
    παράδειγμα  Two men were up on the roof, repairing a leak.
    Δύο άντρες ήταν πάνω στη στέγη, επισκευάζοντας μια διαρροή.
    παράδειγμα  You look nice with your hair up.
    Φαίνεσαι ωραία με τα μαλλιά σου πιασμένα πάνω.
    παράδειγμα  Lay the cards face up on the table.
    Βάλε τα φύλλα με την όψη προς τα πάνω πάνω στο τραπέζι.
    παράδειγμα  The smoke rose straight up in the still air.
    Ο καπνός ανέβαινε ίσια ψηλά στον ήσυχο αέρα.
    παράδειγμα  They live up in the mountains.
    Ζούνε ψηλά στα βουνά.
    παράδειγμα  He jumped (up) from his chair.
    Πήδηξε από την καρέκλα του.
    παράδειγμα  The sun was already up when they left.
    Ο ήλιος είχε ήδη ανατείλει όταν ξεκίνησαν.
    παράδειγμα  It didn’t take much time to set up the tent.
    Δεν πήρε πολύ ώρα να στήσει τη σκηνή.
    παράδειγμα  I pinned the notice up on the wall.
    Καρφίτσωσα την ανακοίνωση στον τοίχο.
    παράδειγμα  She tries to stay under water but she floats back up.
    Προσπαθεί να μείνει κάτω από το νερό, αλλά επιπλέει ξανά στην επιφάνεια.
  2. που βρίσκεται σε υψηλότερο βαθμό ή αξία
    παράδειγμα  She turned up the volume.
    Ανέβασε την ένταση.
    παράδειγμα  Shares in the company are up (by) 1.9 percent.
    Οι μετοχές της εταιρείας έχουν αυξηθεί κατά 1,9 τοις εκατό.
  3. πλησιάζω, στο μέρος όπου βρίσκεται κάποιος ή κάτι
    παράδειγμα  A car drove/pulled up and he got in.
    Ένα αυτοκίνητο πλησίασε και μπήκε μέσα.
    παράδειγμα  Pull up your chair!
    Πλησίασε την καρέκλα σου!
    παράδειγμα  He brought the glass (up) to his lips.
    Πλησίασε το ποτήρι στα χείλη του.
    παράδειγμα  A stranger came up to me.
    Με πλησίασε ένας ξένος.
    παράδειγμα  Tell him to go up to the microphone.
    Πες του να πλησιάσει το μικρόφωνο.
    παράδειγμα  She went straight (up) to the door and knocked loudly.
    Πήγε κατευθείαν στην πόρτα και χτύπησε δυνατά.
  4. ξύπνιος, ξυπνητός
    παράδειγμα  Their songs kept me up all night.
    Τα τραγούδια τους με κράτησαν ξύπνιο όλη τη νύχτα.
    παράδειγμα  I was up all night.
    Πέρασα τη νύχτα ξύπνιος.
    παράδειγμα  I stayed up late last night.
    Έμεινα ξύπνιος μέχρι αργά χθες το βράδυ.
    παράδειγμα  I’ve been up since seven.
    Είμαι ξυπνητή από τις εφτά.
     συνώνυμα: awake
  5. πηγαίνω σε ένα μέρος, ειδικά σε μια μεγάλη πόλη
    παράδειγμα  We are going (up) to New York for the day.
    Θα πάμε στη Νέα Υόρκη για μία μέρα.
  6. έχει τελειώσει ένα χρονικό διάστημα
    παράδειγμα  Time is up.
    Πέρασε η ώρα.
     συνώνυμα:  δείτε το επίρρημα over

Εκφράσεις

επεξεργασία

up (en)

Εκφράσεις

επεξεργασία