περίπατος
Ελληνικά (el)Επεξεργασία
Ετυμολογία Επεξεργασία
- περίπατος < (διαχρονικό δάνειο) αρχαία ελληνική περίπατος
ΠροφοράΕπεξεργασία
- ΔΦΑ : /peˈɾi.pa.tos/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : πε‐ρί‐πα‐τος
ΟυσιαστικόΕπεξεργασία
περίπατος αρσενικό
- το περπάτημα για ευχαρίστηση, διασκέδαση, αναψυχή
- η τοποθεσία στην οποία γίνεται το παραπάνω περπάτημα
- σύντομη διαδρομή
ΣυνώνυμαΕπεξεργασία
ΕκφράσειςΕπεξεργασία
- πάω περίπατο
- κάνω περίπατο: για προσπάθεια που τελικά αποδείχτηκε πολύ εύκολη, για αγώνα που κερδήθηκε εύκολα χωρίς ισχυρούς αντιπάλους
Επεξεργασία
→ και δείτε τη λέξη περπατάω
ΜεταφράσειςΕπεξεργασία
Αρχαία ελληνικά (grc)Επεξεργασία
Ετυμολογία Επεξεργασία
περίπατος, ήδη τον 5ο αιώνα (Πλάτων) < περιπατέω/περιπατ(ῶ) + -ος (αναδρομικός σχηματισμός) < περί + πατέω [1]
ΟυσιαστικόΕπεξεργασία
περίπατος
- ο περίπατος, το περπάτημα για διασκέδαση
- ※ 5ος αιώνας Πλάτων, Φαῖδρος, 229e.1.2
- [Σωκράτης:] Ὦ φίλε Φαῖδρε, ποῖ δὴ καὶ πόθεν;
- [Φαῖδρος:] Παρὰ Λυσίου, ὦ Σώκρατες, τοῦ Κεφάλου, πορεύομαι δὲ πρὸς περίπατον ἔξω τείχους· συχνὸν γὰρ ἐκεῖ διέτριψα χρόνον καθήμενος ἐξ ἑωθινοῦ.
- — Αγαπητέ Φαίδρε, προς τα πού (πας) κι από πού (έρχεσαι);
- — Από του Λυσία, του γιου του Κέφαλου (έρχομαι) Σωκράτη, και πάω για περίπατο έξω από το τείχος. Γιατί συχνά εκεί πέρασα το χρόνο μου κάθοντας απ' το πρωί.
- [Σωκράτης:] Ὦ φίλε Φαῖδρε, ποῖ δὴ καὶ πόθεν;
- ※ 5ος αιώνας Πλάτων, Φαῖδρος, 229e.1.2
- (συνεκδοχικά) τόπος περιπάτου
- (συνεκδοχικά) κουβέντα, κυρίως για φιλοσοφικά ζητήματα
Πολυλεκτικοί όροιΕπεξεργασία
- οἱ ἐκ τοῦ περιπάτου: η φιλοσοφική σχολή του Αριστοτέλη (ελληνιστική κοινή)
Επεξεργασία
→ και δείτε τη λέξη περιπατέω
Επεξεργασία
- ↑ Μπαμπινιώτης, Γεώργιος (2010). Ετυμολογικό Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας (Β' ανατύπωση. 2009: A' έκδοση). Αθήνα: Κέντρο Λεξικολογίας.
ΠηγέςΕπεξεργασία
- «περίπατος» - Επιτομή του Λεξικού Λίντελ-Σκοτ, Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας (Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος, 2007), Ψηφίδες στο Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, 2012
- «περίπατος» - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.